Διήγημα: ΕΚΕΙΝΟΣ ΚΙ ΕΚΕΙΝΗ, της Μαρίας Παπαδοπούλου

ΕΚΕΙΝΟΣ ΚΙ ΕΚΕΙΝΗ...


Πρωί
Κάθονται και οι δυο στο τραπέζι της κουζίνας.
Εκείνος αριστερά. Εκείνη δεξιά. 
Εκείνος βάζει γαλλικό καφέ στην κούπα του. Το περισσότερο, λίγες στάλες να μείνουν για αυτήν μόνο.
Εκείνη αλείβει με βούτυρο τις φρυγανιές της. Αργά, αργά, σε κάθε φρυγανιά, και πάνω και κάτω, και αριστερά και δεξιά, χιλιοστό να μη μείνει ακάλυπτο, όλο το βούτυρο που είχε μείνει να βάλει, όλο να το τελειώσει, τίποτα να μη μείνει για αυτόν.
Κοιτάζονται. Κεραυνοί από τα μάτια του ενός στα μάτια του άλλου. 
Ανοίγει με δύναμη την εφημερίδα του. Αρπάζει το βιβλίο της από το σύνθετο.  Βυθίζονται και οι δυο σε άλλους κόσμους για να ξεχάσουν για λίγο το δικό τους. 

Μεσημέρι
Εκείνος έρχεται από το μπάνιο. Μπαίνει στην κουζίνα. Ανοίγει κατσαρόλες, τηγάνια. Πάλι δε μαγείρεψε τίποτα εκείνη, ούτε έπλυνε τα πιάτα από το πρωί. Πλένει αυτός τα πιάτα, φτιάχνει νερόβραστα μακαρόνια και κάθεται να τα φάει μόνος του. Ας μείνει νηστική αυτή. 
Εκείνη πλέκει στο σαλόνι. Τον αισθάνεται να τη λοξοκοιτά με την άκρη του ματιού του, και χάνει μια πλέξη….δύο πλέξεις…τρεις. Ανάθεμά τον! 
Τον μισεί. Εδώ και χρόνια τον μισεί. Κάθε του κίνηση την εκνευρίζει. Και που αναπνέει την ενοχλεί. Τον μισεί. Από τότε που έπαψε να είναι ο άντρας που ερωτεύτηκε τον μισεί. Ο άντρας που της άφηνε ερωτικά ραβασάκια σε όλο το σπίτι, που της τραγουδούσε  ρομαντικά τραγούδια κι ηλέκτριζε το κορμί της με κάθε του άγγιγμα, δεν υπάρχει πια. Άνοιξε την πόρτα του σπιτιού και χάθηκε μια νύχτα. Στη θέση του ήρθε ένας άλλος. Ένας γκρινιάρης, ιδιότροπος, απρόσιτος ,γρουσούζης. Τόσες φορές του έχει πει να φύγει αλλά ποτέ δεν το κάνει. 
Εκείνος έρχεται και κάθεται απέναντί της. Προσπαθεί να λύσει ένα σταυρόλεξο. Τον βλέπει που βασανίζεται να βρει λέξεις και χαμογελά . Την βλέπει που χαμογελά  και εκνευρίζεται.
Την μισεί. Εδώ και χρόνια τη μισεί. Από τότε που κατάλαβε ότι ποτέ δεν την ερωτεύτηκε αληθινά τη μισεί. Από τότε που κατάλαβε ότι την παντρεύτηκε προσπαθώντας να ξεπεράσει μια άλλη. Τη μισεί. Τη μισεί γιατί δεν είναι αυτή η άλλη. Γιατί ούτε καν την πλησίασε. Τόσες φορές της έχει πει να φύγει, αλλά ποτέ δεν το κάνει. 

Απόγευμα
Κάθονται και οι δυο στον καναπέ. Θέλουν και δυο να δουν τηλεόραση. Εκείνος θέλει να δει ντοκιμαντέρ με ζώα. Εκείνη θέλει να δει ελληνική ταινία. Μαλώνουν για το τι θα πρέπει να γίνει. Εκείνη κοροϊδεύει τα ντοκιμαντέρ. Εκείνος κοροϊδεύει τις ελληνικές ταινίες. Το τηλεχειριστήριο πηγαίνει από το χέρι του ενός στο χέρι του άλλου, τα κουμπιά πατιόνται άπειρες φορές, κάποια στιγμή μπλοκάρει. Κατηγορούν ο ένας τον άλλον. Εκείνος σπάει κατά λάθος ένα βάζο. Εκείνη σπάει-όχι κατά λάθος- το αγαπημένο του τασάκι. Εκείνος σπάει -όχι κατά λάθος- το αγαπημένο της κηροπήγιο. 

Βράδυ
Εκείνη μετρά την πίεσή της. Έχει ανέβει πολύ. Ψάχνει για τα  χάπια της, έχουν τελειώσει. Λέει σε εκείνον να τρέξει στο φαρμακείο να πάρει.  Να βιαστεί, σε λίγο θα κλείσει.
Εκείνος της λέει δεν θα πάει. Είναι σίγουρος ότι τον κοροιδεύει. Έτσι και την άλλη φορά που τον έστειλε να της πάρει ινσουλίνες για το ζάχαρο ενώ  είχε τόσες κρυμμένες κάτω από το κρεβάτι. Ή την άλλη φορά που τον έστειλε να της πάρει ηρεμιστικά γιατί τάχα της κοβόταν η αναπνοή, ενώ είχε ένα  γεμάτο κουτί στο κομοδίνο της.  Της αρέσει να τον βλέπει να ταλαιπωρείται, για αυτό ζει. Δεν θα της κάνει τη χάρη. Όχι αυτή τη φορά.
Εκείνη τον παρακαλά να πάει να της πάρει τα χάπια της πίεσης από το φαρμακείο.  Τα μάτια της γουρλώνουν. Χλωμιάζει, κοκκινίζει, όλα τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος περνούν από το πρόσωπό της. Εκείνος την κοιτάζει σχεδόν με θαυμασμό. Τελικά δεν πήγε χαμένη η σχολή υποκριτικής. Να που υπάρχει και κάτι που το κάνει καλά. 
Εκείνη πέφτει  ξαφνικά στο πάτωμα. Πετάγεται πάνω ανήσυχος. Μετά πάλι ξανακάθεται. Κόλπο είναι κι αυτό. Να τη λυπηθεί πάλι για να σπάσει αυτή πάλι πλάκα μαζί του και να γελά μετά μόνη της  με τις ώρες. Όχι, δεν θα της κάνει τη χάρη. Όχι αυτή τη φορά. 
Η ώρα περνά κι εκείνη δεν σηκώνεται από το πάτωμα. Σηκώνεται εκείνος από τον καναπέ.  Πάει από πάνω της. Τη σκουντά. Καμιά αντίδραση. Την σκουντά και πάλι. Ξανά καμιά αντίδραση.  Της πιάνει το σφυγμό. Δεν υπάρχει σφυγμός. Βάζει το κεφάλι του στο στήθος της να ακούσει χτύπους καρδιάς. Δεν ακούει  τίποτα. Την πιάνει από τους ώμους τη σφίγγει, την ταρακουνά. Τίποτα. Φωνάζει, βρίζει, παρακαλά. Τίποτα. Τίποτα. Τίποτα. 
Ένας πόνος στην καρδιά. Το σαλόνι φαίνεται θολό, όλα χορεύουν μπροστά του. Ο πόνος  στην καρδιά δυναμώνει. 
Πέφτει κι εκείνος στο πάτωμα. Δίπλα σε εκείνη. 

Για τα ΒΙΒΛΙΟγραφικά
Μαρία Παπαδοπούλου, Μάιος 2020
Συγγραφέας του"Η ζωή από το τζάμι περνά"




~|~|~|~|~|~|~|~|~|~



Βιογραφικό της συγγραφέα: Η Μαρία Παπαδοπούλου είναι μεταφράστρια και καθηγήτρια αγγλικών. Γράφει διηγήματα στα ελληνικά και στα αγγλικά. Έχει δυο blog το logotexnikoiorizontes.blogspot.com και το shortstoryflashfictionsociety.com 
Το βιβλίο της "Η ζωή από το τζάμι περνά" εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Λέμβος και βρίσκεται στα βιβλιοπωλείαΟ Πολίτης, Ιανός, Πολιτεία, Bookplus, Πατάκης, Παρ' Ημίν, Εν Αθήναις και στα ηλεκτρονικά site τους.




~|~|~|~|~|~|~|~|~|~



Τα κείμενα των συγγραφέων ανεβαίνουν αυτούσια, χωρίς περικοπές και διορθώσεις. Οι συγγραφείς είναι υπεύθυνοι ώστε να κείμενά τους να είναι ελεύθερα πνευματικών δικαιωμάτων.

Σχόλια