(Της Κατερίνας Τσαμπά) Πόσο μπορεί να καθορίσει η σχέση παιδιού γονέα/γονιών τη ζωή
του παιδιού; Πολύ! Στο βιβλίο της η Εύη Καρκίτη περιγράφει τη ζωή δυο αδερφών
που μεγάλωσαν σε ένα σπίτι με απουσία αγάπης, προσοχής και νοιαξίματος. Η
αφήγηση είναι σε πρώτο πρόσωπο της μιας αδερφής, εκείνης που τα βρόντηξε κάτω
μια μέρα νομίζοντας ότι έτσι θα γλιτώσει, ότι έτσι θα ξεχάσει. Η άλλη αδερφή
έμεινε πίσω να προσπαθεί να πλησιάσει τους γονείς τους. Ήταν εκείνη που βρήκε
έναν άντρα και απλώς τον παντρεύτηκε πιστεύοντας ότι έτσι θα βρει την
οικογένεια που δεν είχε ποτέ.
Και ξεκινάει ένα ταξίδι στον χρόνο, στη μνήμη. Μια
αναζήτηση, μια λαχτάρα να βρεθεί ο λόγος γιατί ήταν έτσι ο μπαμπάς και η μαμά.
Τι τους συνέβη; Και ψάχνοντας βρήκαν. Στην αρχή ψήγματα στοιχείων και όσο
βάθαινε το ταξίδι, όσο μάκραινε τόσο ξετύλιγαν το κουβάρι. Ο αδερφές δεν έχουν
ονόματα, αλλά τις νιώθουμε, ξέρουμε πόσο πόνεσαν κι ακόμα πονάνε.
Κι ακόμα θα πονάνε, γιατί όσο βαθιά κι αν φτάσεις στη μνήμη,
ό,τι κι αν μάθεις για τη ζωή των γονιών που σου πρόσφεραν μόνο απουσία, έλλειψη
και ανασφάλεια, πόσο μπορείς να κλείσεις τις πληγές σου;
Αν με ρωτάτε, δεν μπορείς να τις κλείσεις, απλώς τις βάζεις
φάρμακο, αυτές τσούζουν, εσύ ανακουφίζεσαι κι ας πονάς. Μα τι άλλο έμαθες εκτός
από πόνο; Για αυτό σε ανακουφίζει. Αυτόν ξέρεις. Πώς θα διαχειριστείς την
παρουσία αγάπης αν ξέρεις μόνο την απουσία της;
Η μία αδερφή, αυτή που ψάχνει μονίμως τους γονείς, είναι
αυτή που έκανε οικογένεια και προχώρησε φαινομενικά τη ζωή της. Η άλλη, εκείνη
που μας αφηγείται, σκορπάει τον εαυτό της από ’δώ κι από ’κει, αναλώνεται σε
προσωρινές σχέσεις, σε προσωρινές δουλειές και προσπαθεί να ξεχάσει.
Καμία δεν γιάνει. Ή μήπως μπορούν; Μήπως μπορούν να κλείσουν
το κεφάλαιο που λέγεται “γονείς” και να προχωρήσουν με όσα ζήσανε απλώς ως
δεδομένα; Αυτά είχαν, αυτά ζήσανε, δεν αλλάζουν άλλωστε.
Εξάλλου, όπως λέει υπέροχα η συγγραφέας:
Δεν χρειάζεται να
στριμώχνεται κανείς στον άβολο χώρος της μνήμης, εκεί που η μυρωδιά της μούχλας
καλύπτει τα πάντα, πρόσωπα, βιώματα, φωνές, στιγμές, ακόμη και καλές, ακόμη και
κακές.
Η αφήγηση ρέει απίστευτα γρήγορα όμως εντυπώνεται αργά και
σε βάθος μέσα σου. Η γραφή της συγγραφέως καθώς και ο χειρισμός των λέξεών της
ήταν κάτι που θαύμασα (μεταξύ πολλών άλλων) σε αυτήν. Μικρά κεφάλαια, προτάσεις
μικρές αλλά όχι ασθμαίνουσες. Και στο τέλος μια μικρή ανατροπή ίσα για να πεις
«Ώπα!» και εκεί να κουμπώσουν κάποια εναπομείναντα κομμάτια του παζλ.
Ευχαριστούμε κ. Καρκίτη γι’ αυτό το βιβλίο.
Αναζητήστε το εδώ. Θα με θυμηθείτε.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Άφησε εδώ το σχόλιό σου...