(Της
Γιώτας Βασιλείου)
Ένα σκληρό, άγριο και ωμά πολιτικό μυθιστόρημα οι «Ρημαγμένοι
Τόποι» του Εμιλιάνο Μόνχε, αποκαλύπτει τον κύκλο της βίας, της διαφθοράς και
της εκμετάλλευσης στο σύγχρονο Μεξικό. Με ένα ιδιότυπο και ιδιαίτερα, θα έλεγα, φιλόδοξο λογοτεχνικά ύφος, παρουσιάζει
μια μαύρη σχεδόν αλληγορία, γύρω από το ταξίδι των μεταναστών που διασχίζουν το
Μεξικό για να φτάσουν στις ΗΠΑ – και το πώς οι ζωές τους συνθλίβονται από
εγκληματικά κυκλώματα και την κρατική αδιαφορία.
Η ιστορία ακολουθεί τη διαδρομή αυτών των μεταναστών μέσα
από μια μυθοπλαστική, αλλά οδυνηρά ρεαλιστική, μεξικανική κόλαση. Δύο πρώην
αντάρτες που έχουν μετατραπεί σε διακινητές ανθρώπων, είναι αυτοί που
αναλαμβάνουν να «μεταφέρουν» τους δεκάδες ανώνυμους ανθρώπους που
διασχίζουν τους «Ρημαγμένους Τόπους» κυνηγημένοι από τη βία, την ανέχεια και
τις συμμορίες.
Οι μεταναστευτικές αφηγήσεις του βιβλίου είναι βασισμένες σε
μαρτυρίες από την πραγματική ζωή, τις οποίες ο συγγραφέας ενσωματώνει αυτούσιες
σε κάποιες σκηνές, προσδίδοντας τρομακτική αυθεντικότητα στο μυθιστόρημα. Οι
αφηγήσεις αυτές ήταν το πιο σκληρό κομμάτι του βιβλίου για εμένα γιατί ήξερα
ότι ήταν απόλυτα αληθινές. Δεν υπήρχε τίποτα μυθοπλαστικό πίσω τους. Το πρόσωπο
της φρίκης σε όλο του το μεγαλείο.
Το βιβλίο είναι γεμάτο ωμή, απροκάλυπτη βία: βασανιστήρια,
απαγωγές, βιασμοί, δολοφονίες. Ο συγγραφέας δεν προσπαθεί να ωραιοποιήσει
τίποτα· αντίθετα, επιτίθεται με όλη τη δύναμη της γλώσσας. Και καθώς η ιστορία
εξελίσσεται οι ήρωες που αρχικά φάνταζαν δυνατοί, κατακρημνίζονται. Οι
μετανάστες είτε δολοφονούνται είτε εξαφανίζονται μυστηριωδώς. Το όνειρο της
διαφυγής, της σωτηρίας, μετατρέπεται σε κόλαση.
Μέσα στις τριακόσιες εβδομήντα δύο σελίδες του βιβλίου, ο Εμιλιάνο
Μόνχε καταπιάνεται με καίρια ζητήματα όπως την απώλεια της πίστης στον άνθρωπο
και στον Θεό, τη διαφθορά της επανάστασης, τη μετατροπή της μετανάστευσης σε βιομηχανία εκμετάλλευσης και τη βία ως μια δύναμη που γεννά και αναπαράγει
τον εαυτό της. Κάπου διάβασα πως «μπορείς είτε να είσαι καλός άνθρωπος είτε να
επιβιώνεις» – και το βιβλίο αυτό μοιάζει να το επιβεβαιώνει με τον πιο σκληρό
τρόπο. Στους «Ρημαγμένους Τόπους» του Μόνχε, η ανθρωπιά υπάρχει μόνο σποραδικά,
σαν αναλαμπή μέσα στο σκοτάδι. Επιβιώνει μονάχα αποσπασματικά, σαν κάτι που δεν
χωρά πια στον κόσμο που περιγράφει.
Το ύφος του Μόνχε είναι πυκνό, σχεδόν συμπαγές, μα ταυτόχρονα ποιητικό, με
φράσεις που ξεσπούν σαν κραυγές – συχνά χωρίς σημεία στίξης, σαν να μην υπάρχει
ανάσα ούτε για τους ήρωες ούτε για τον αναγνώστη. Η αφήγηση εναλλάσσεται
διαρκώς· άλλοτε υιοθετεί μια ψυχρή, τριτοπρόσωπη οπτική κι άλλοτε βυθίζεται σε
αποσπασματικές προσωπικές ιστορίες, σαν κομμάτια προσωπικού ημερολογίου. Η
πολυφωνία κυριαρχεί· δεν υπάρχουν «καλοί» ή «κακοί» χαρακτήρες, μόνο άνθρωποι.
Άνθρωποι πλασμένοι και παραμορφωμένοι από τις συνθήκες. Το κείμενο μοιάζει
αποστασιοποιημένο αλλά η αποστασιοποίηση δεν λειτουργεί ως απόρριψη της
συγκίνησης, αλλά σαν τον μοναδικό τρόπο να αντέξει κανείς ό,τι αφηγείται αυτό
το βιβλίο.
Εν ολίγοις, οι «Ρημαγμένοι Τόποι» του Εμιλιάνο Μόνχε είναι
ένα βαθιά πολιτικό έργο, ένα μυθ-ιστόρημα για την απανθρωπιά ενός κόσμου σε
κρίση. Δεν προσφέρει κάθαρση, ούτε ελπίδα· προσφέρει μόνο την αλήθεια, όσο
άβολη και άσχημη κι αν είναι. Το τέλος του είναι μια κραυγή αγωνίας – όχι μόνο
για το Μεξικό αλλά για όλους τους τόπους όπου η ζωή έχει ξεριζωθεί ή/και
συνεχίζει να ξεριζώνεται.
Αν αντέχετε διαβάστε το. Έχει πολλά να σας δώσει. Θα το
βρείτε εδώ.
Καλές αναγνώσεις.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Άφησε εδώ το σχόλιό σου...