Συνέντευξη: ΤΑΣΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ: «Οι ήρωές μου δεν επαναπαύονται στις συγγραφικές μου επιθυμίες».

 

Ο Τάσος Αναστασιάδης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Έπειτα από ένα μικρό διάλειμμα για σπουδές στο Τμήμα Λογιστικής & Χρηματοοικονομικής της πόλης των Σερρών, επέστρεψε μόνιμα στην αγαπημένη και μελαγχολική πόλη του, όπου δημιούργησε τη δική του οικογένεια. Στον ελεύθερο χρόνο του ασχολείται με το διάβασμα, τη συγγραφή, τη μουσική και τα δυο του παιδιά. Το 2023 εκδόθηκε το πρώτο του αστυνομικό μυθιστόρημα με τίτλο ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΚΙΕΣ από τις εκδόσεις ΝΙΚΑΣ, ενώ διηγήματά του έχουν δημοσιευθεί σε ιστοσελίδες, περιοδικά και συλλογές διηγημάτων. Το δεύτερο αστυνομικό του μυθιστόρημα αναμένεται εντός του 2026.

(Συνέντευξη στην Αγγελική Ζούμπου)

Τάσο, καλωσόρισες στα ΒΙΒΛΙΟγραφικά. Έχεις πει ότι η συγγραφή μπήκε κάπως απροσδόκητα στη ζωή σου. Θυμάσαι ποια ήταν η στιγμή που αποφάσισες να γράψεις και μάλιστα πιο σοβαρά, με σκοπό να ολοκληρώσεις ένα βιβλίο;

Ήταν περίπου 3-4 χρόνια πριν την έκδοση του «Πίσω από τις σκιές», τότε που ακόμη δεν περνούσε από τις σκέψεις μου η συγγραφή ενός βιβλίου, όταν άρχισε να σχηματίζεται στο μυαλό μου ολοένα και συχνότερα η εικόνα ενός αξιωματικού της αστυνομίας να καταφθάνει ξημερώματα στην πλατεία ενός ορεινού χωριού με την αφορμή ενός εγκλήματος. Άγουρες σκέψεις και ακόμη πιο άγουρος ο τρόπος με τον οποίο έπρεπε να εξελίξω την υπόθεση. 

Για καλή μου τύχη, δεν στάθηκα ιδιαίτερα στον σχεδιασμό της ιστορίας, γιατί σ’ εκείνη τη φάση το πιθανότερο ήταν να μην προχωρούσα ποτέ στο επόμενο βήμα. Πήρα χαρτί και στυλό, έβαλα τα δυνατά μου και κατέγραψα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις εικόνες που με βασάνιζαν. Συγγραφική εμπειρία μπορεί να μην υπήρχε, αλλά υπήρχε αρκετή αναγνωστική εμπειρία γύρω από το αστυνομικό μυθιστόρημα, κάτι που λειτούργησε υποσυνείδητα στην εξιστόρηση. Μπορώ να πω ότι οι πρώτες 40-50 σελίδες βγήκαν σχεδόν αβίαστα, όμως έπειτα για διάφορους λόγους σταμάτησα να γράφω. 

Μέσα μου όμως συνέχισε να με βασανίζει, ώσπου αποφάσισα να το δώσω σε έναν φίλο και συγγραφέα με εμπειρία. Η παρότρυνσή του ήταν καθοριστικής σημασίας και συνέπεσε κυριολεκτικά με την έναρξη του πρώτου lockdown στην εποχή covid. Ο υπαστυνόμος Νίκος Σαρρής έπαιρνε σάρκα και οστά, ενώ και οι υπόλοιποι χαρακτήρες του βιβλίου πίεζαν ολοένα και πιο έντονα με την παρουσία τους.

Ξέρουμε ότι η μουσική –ειδικά η rock και η metal– σε επηρεάζει πολύ. Έχει υπάρξει σκηνή που έγραψες με τα ακουστικά στα αυτιά και η μουσική άλλαξε εντελώς τον τρόπο που την απέδωσες;

Ο ηλεκτρικός ήχος της σκληρής μουσικής πάντα καταφέρνει να δονήσει τις ευαίσθητες χορδές μέσα μου. Τις περισσότερες φορές επιλέγω να μη συνοδεύω τη συγγραφή με κάτι στα ηχεία, όμως έχουν υπάρξει στιγμές που επέλεξα ένα σκληρό κομμάτι για να δημιουργήσει μέσα μου ένα εικονικό μουσικό background σε μια σκηνή που έπρεπε ν’ αποτυπώσω ένταση. 

Αντίστοιχα, ένα ατμοσφαιρικό για μια σκηνή που μπορεί να περιέχει εσωτερική αναζήτηση και μεταφυσικούς προβληματισμούς. Μπορείς να πετύχεις τη μουσική που μου αρέσει, ακόμη κι αυτήν που δεν μου αρέσει, στις μουσικές επιλογές των ηρώων μου αλλά και στο περιβάλλον όπου τους παρακολουθούμε να κινούνται. Έχει προκύψει κεφάλαιο με έντονο το στοιχείο της ακραίας metal σκηνής, το οποίο όμως συνειδητοποιημένα αφαίρεσα. 

Δεν θεωρώ σωστό να υποβάλει με επιθετικό τρόπο ο συγγραφέας στον αναγνώστη στα δικά του πιστεύω και τις δικές του πεποιθήσεις. Πρέπει να υπάρχει ένα μέτρο και να ζυγίζεις τα δικά σου θέλω με αυτά του κοινού. Ναι, φυσικά και θα βάλεις τον εαυτό σου στο κείμενο. Δώσε όμως αντίστοιχα και κάτι που θα είναι αρεστό στον μέσο αναγνώστη. Εκτός κι αν το κείμενό σου απευθύνεται σε συγκεκριμένη κατεύθυνση.

«Πρέπει να υπάρχει ένα μέτρο και να ζυγίζεις τα δικά σου θέλω με αυτά του κοινού».

Η Θεσσαλονίκη είναι παρούσα στα γραπτά σου. Τι είναι για σένα αυτή η πόλη; Φόντο ή «πρόσωπο» της ιστορίας;

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η απάντηση είναι εύκολη, όμως πίσω από την επιφάνεια τα πράγματα είναι περίπλοκα. Από αυτή την πόλη έχουν ξεκινήσει σημαντικά πρόσωπα της τέχνης. Αυτή η πόλη έχει ιστορία, έχει χαρακτήρα κι έναν παράξενο τρόπο να επιβάλλεται. Οι δρόμοι της, τα σοκάκια της, η παραλία και το λιμάνι της, οι παραδοσιακές γωνιές που διατηρούνται ακόμη και συμβάλλουν στον μοναδικό της χαρακτήρα. 

Στρίβεις σ’ έναν δρόμο και αισθάνεσαι την ενέργεια να αλλάζει. Κάπου θα νιώσεις αγαλλίαση, αλλού ένα βάρος στο στήθος. Δεν έχει περάσει και λίγα ο κόσμος αυτής της πόλης. Είναι το σταυροδρόμι δύο ηπείρων, το λιμάνι των Βαλκανίων, ένα πολιτισμικό μωσαϊκό που δεν κοιμάται ποτέ. 

Παλιότερα ήταν πολύ πιο έντονο, όμως υφίσταται ακόμη. Οι αντιστάσεις σου υποχωρούν, θέλεις να τη γυρίσεις, να περιπλανηθείς και ν’ ανακαλύψεις αυτό το μυστήριο που κρύβει ως μοιραίο θηλυκό. Μια ερωμένη που παίζει με τα πάθη σου. Έχει κι αυτή τα πάνω και τα κάτω της. Το βλέπεις και στον καιρό. Μπορεί ν’ αλλάξει ανά πάσα στιγμή. Θα σε επηρεάσει, θα σε θυμώσει, θα σε πληγώσει, θα σε κάνει να την αγαπήσεις. 

Μου αρέσει όταν ο συγγραφέας χρησιμοποιεί την πόλη όπου κινείται η ιστορία του γιατί σε αναγκάζει ν’ ακολουθήσεις τους χαρακτήρες στον πραγματικό κόσμο κι έτσι οι λέξεις, με έναν μαγικό τρόπο, παίρνουν τρισδιάστατη μορφή. Ναι, χρησιμοποιώ την Θεσσαλονίκη γιατί η κάθε εποχή τής δίνει άλλη διάσταση, κάτι που μου δίνει τη δυνατότητα να αναπτύξω κάθε φορά και διαφορετική ατμόσφαιρα στα βιβλία μου.

Έχει αποφασίσει κάποιος ήρωάς σου να τραβήξει δικό του δρόμο και να μην υπακούει πια σε σένα;

Χαχαχα, όλοι! Είναι πεισματάρηδες, ξεροκέφαλοι και δεν επαναπαύονται στις συγγραφικές μου επιθυμίες. Πέρα από την πλάκα, ένας από τους βασικούς ήρωες του «Πίσω από τις σκιές», ο ιδιωτικός ερευνητής Ορέστης Παπαδημητρίου, είναι ένας από τους πιο ριψοκίνδυνους χαρακτήρες που έχω δημιουργήσει. Δεν περιορίζεται από κανόνες, παίρνει παράτολμες πρωτοβουλίες και πέφτει στη φωτιά μπρος στην ηθική, τις αξίες της φιλίας και το δίκαιο. Παραβλέπει τους κινδύνους, εισβάλλει στη φωλιά του κακού και παλεύει με τον θάνατο για να βοηθήσει τον επιστήθιο φίλο του. Δεν θα μπορούσα να τον κλείσω σ’ ένα γραφείο να δουλέψει. 

Από την άλλη ο Μιχάλης, ο χακεράς και τεχνικός ηλεκτρονικών υπολογιστών, είναι τόσο μυστικοπαθής που ακόμη κι εγώ ο ίδιος δεν γνώριζα από την αρχή τα τερτίπια του. Παρ’ όλ’ αυτά είναι ένας αφανής ήρωας που δίνει τη λύση σε καίριες στιγμές, εκεί όπου οι υπόλοιποι σηκώνουν τα χέρια ή όταν πρέπει να παρακάμψουν τη νόμιμη και χρονοβόρα διαδικασία που απαιτεί η έρευνα από τη μεριά της αστυνομίας. 

Δεν είναι κάτι που δεν υφίσταται ούτε είναι βγαλμένο από τη φαντασία του συγγραφέα. Πολλές φορές οι άνθρωποι της αστυνομίας πρέπει να παρακάμψουν ή να αποκρύψουν με έντεχνο τρόπο κάποιες από τις ενέργειες που χρησιμοποίησαν για τη λύση μιας υπόθεσης, διότι βρίσκουν συχνά μπροστά τους το τείχος του νομοθέτη που τους δένει τα χέρια.

«Τίποτα δεν μένει σταθερό, όλα κινούνται και μεταλλάσσονται όταν έρθει κάποια καινούρια ιδέα που με ενθουσιάζει».

Έχεις κοινά με κάποιον ήρωά σου;

Νομίζω ότι η απάντηση βρίσκεται μεταξύ των δύο από τους χαρακτήρες του «Πίσω από τις σκιές». Ο ένας είναι ο Ορέστης, ο ιδιωτικός ερευνητής. Τουλάχιστον όσον αφορά την αίσθηση δικαιοσύνης που τον χαρακτηρίζει, την αξία της αλήθειας στη ζωή του και τον ορισμό της πραγματικής φιλίας που τον διακρίνει. Αλλά μέχρι εκεί. Δεν είμαι σχεδόν καθόλου ριψοκίνδυνος, βαρετό θα με χαρακτήριζα για την ακρίβεια. 

Κάπου εκεί μπαίνει ο υπαστυνόμος Σαρρής. Σε αντίθεση με τον Ορέστη, είναι ρεαλιστής και δεν προχωρά εύκολα σε παρορμητικές κινήσεις. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θεωρώ ζηλευτό προτέρημα το να είσαι μερικές φορές απρόβλεπτος και παρορμητικός, να ξεφεύγεις από τη ρουτίνα και τα πρέπει σου. 

Ο Ορέστης Παπαδημητρίου είναι ένας ισχυρός και ενδιαφέρων χαρακτήρας και γι’ αυτό τον λόγο τον χρησιμοποιώ και στην ιστορία που γράφω αυτό το διάστημα.

Πώς ξεκινά για σένα η συγγραφή ενός βιβλίου; Ποιο είναι το έναυσμα και πώς προχωράς στην πράξη για να ξεκινήσεις και να καταφέρεις να ολοκληρώσεις ένα project τόσο μεγάλο όσο ένα βιβλίο;

Συνήθως με εμπνέει το περιβάλλον γύρω μου, ένα προσωπικό πρόβλημα ή κάποιο κοινωνικό ζήτημα. Αφήνω να κατασταλάξει μέσα μου η υπόθεση, να πάρει μορφή ο βασικός χαρακτήρας κι έπειτα κάνω ένα πρόχειρο σχεδιάγραμμα της υπόθεσης. 

Ξεκινάω δίχως να ολοκληρώσω την ιδέα γιατί είμαι λίγο ανυπόμονος. Όμως σιγά σιγά προσθέτω τα στοιχεία, τη μέση και το τέλος της υπόθεσης κι έπειτα βυθίζομαι στην ιστορία. Όπου χρειάζεται διορθώνω και συμπληρώνω με ιδέες ή αναπροσαρμόζω την υπόθεση. 

Τίποτα δεν μένει σταθερό, όλα κινούνται και μεταλλάσσονται όταν έρθει κάποια καινούρια ιδέα που με ενθουσιάζει. Δεν είναι εύκολη υπόθεση η συγγραφή ενός μυθιστορήματος, ιδίως όταν πρόκειται για αστυνομικό, όπου τα πράγματα συνήθως είναι περίπλοκα. 

Δεν μπορώ να πω ότι γράφω με αυστηρό πρόγραμμα, κι αυτό είναι ένα μείον. Όμως στο μυαλό μου η υπόθεση τρέχει συνεχώς, κι έτσι κάποιες καλές ιδέες κάνουν την εμφάνισή τους σε ανύποπτο χρόνο. Αυτές συνήθως είναι και οι καλύτερες.

«Για να έχουν βάθος οι χαρακτήρες, πρέπει να τους αναλύσεις, και ψάχνοντας μέσα τους δεν γίνεται να μην πέσεις σ’ αυτές τις σκοτεινές πτυχές που όλοι κρύβουμε βαθιά».

Έχεις πει ότι ο άνθρωπος έχει μέσα του μια τάση αυτοκαταστροφής. Το νιώθεις αυτό και στους ήρωές σου; Είναι κι εκείνοι λίγο αυτοκαταστροφικοί;

Ο άνθρωπος από τη φύση του κουβαλά το καλό και το κακό. Το ζήτημα είναι από ποια πλευρά γέρνει περισσότερο η ζυγαριά του. Όλοι έχουμε μέσα μας το δαιμόνιο που μας τσιγκλάει κι έτσι είμαστε ποτισμένοι μ’ αυτό που λέμε αμαρτία. Εάν δεν μπορείς να το τιθασεύσεις, αργά ή γρήγορα θα πάρεις τον λάθος δρόμο. 

Στις ιστορίες μου χρησιμοποιώ πάντα αληθινούς χαρακτήρες εμπνευσμένους από τη ζωή. Κάποιοι είναι μονοδιάστατοι ή δισδιάστατοι, όμως στους κύριους χαρακτήρες προσπαθώ να δώσω ένα επιπλέον βάθος και να τους βγάλω από το επίπεδο του χαρτιού. Για να το πετύχεις αυτό, για να έχουν βάθος, πρέπει να τους αναλύσεις, και ψάχνοντας μέσα τους δεν γίνεται να μην πέσεις σ’ αυτές τις σκοτεινές πτυχές που όλοι κρύβουμε βαθιά. 

Βλέπουμε χαρακτήρες που παλεύουν με τις σκέψεις τους, τους προβληματισμούς του, τις επιθυμίες και τα θέλω τους. Άλλες φορές κάνουν μερικά βήματα μπροστά κι άλλες φορές τους παίρνει ο κατήφορος. Στις «Σκιές» έχω δημιουργήσει έναν χαρακτήρα που είναι απόλυτα αυτοκαταστροφικός και δεν καταφέρνει να τιθασεύσει τις δικές του σκιές. Δεν μπορώ να κάνω όμως περισσότερες αποκαλύψεις. Ας μείνει κάτι και γι’ αυτούς που δεν το έχουν διαβάσει ακόμα.

Στο «Πίσω από της Σκιές» ξεκινάς με μια αυτοκτονία που αποδεικνύεται δολοφονία. Πώς κρατάς την ισορροπία ανάμεσα στη ρεαλιστική πλευρά της αστυνομικής έρευνας και στην ανάγκη για ανατροπή, την οποία σίγουρα οι αναγνώστες αναμένουν;

Ο αναγνώστης του αστυνομικού μυθιστορήματος είναι από τους πιο δύσκολους και απαιτητικούς αναγνώστες. Το βλέπω και από τον εαυτό μου. Ψάχνεις ολοένα και περισσότερο για κάτι πρωτότυπο και μνημειώδες, όμως μετά από εκατοντάδες τίτλους βιβλίων που έχεις διαβάσει είναι δύσκολο να εντυπωσιαστείς. Πολλές φορές παραβλέπω σημεία που δεν με πείθουν στην υπόθεση και ψάχνω αυτό το κάτι που θα το κάνει να ξεχωρίσει. Προτιμώ να στέκομαι στα θετικά και όχι στα αρνητικά, γιατί αρνητικά θα υπάρχουν πάντα, όσο κι αν προσπαθήσει κανείς. 

Ο σημερινός αναγνώστης του αστυνομικού, του θρίλερ ή του crime fiction -το λέει όπως θέλει ο καθένας-, διαφέρει πολύ από τον αναγνώστη του προηγούμενου αιώνα. Δεν αρκείται σε έναν μονόχνοτο, ιδιόρρυθμο και πανέξυπνο ντετέκτιβ που θα λύσει την υπόθεση με έναν τρόπο που αποδεικνύει πόσο ανόητοι είναι οι γύρω του. Θέλει τεκμηρίωση των αποδεικτικών στοιχείων δίχως την εμφάνιση φαντασμάτων από το πουθενά στο τέλος του βιβλίου. 

Παράλληλα, κι επειδή ο κινηματογράφος και η τηλεόραση έχουν επηρεάσει σε τεράστιο βαθμό τον τρόπο που παρακολουθούμε μια ιστορία, αναζητά μέσα στις σελίδες του βιβλίου και την ανάλογη δομή από το χέρι του συγγραφέα. Μικρά κεφάλαια γραμμένα με επεισοδιακή γραφή, δυναμικούς χαρακτήρες, σασπένς, cliff hanger και ανατροπές. Δεν είναι εύκολο. 

Προσπαθώ να λειτουργώ ως αναγνώστης, να αναζητώ αυτό το κάτι που θα ήθελα εγώ ο ίδιος να διαβάσω σε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα ή στο εκάστοτε είδος που γράφω. Νομίζω πως έτσι βρίσκεσαι και πιο κοντά στην επιτυχία της ιστορίας. Βέβαια, επιβάλλεται να αποτυπώσεις κι αυτά που εσύ θέλεις να αφήσεις στο χαρτί γιατί αλλιώς κινδυνεύσεις από τους δικούς σου ανεκπλήρωτους στόχους.

«Προσπαθώ να λειτουργώ ως αναγνώστης, να αναζητώ αυτό το κάτι που θα ήθελα εγώ ο ίδιος να διαβάσω σε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα ή στο εκάστοτε είδος που γράφω».

Σε επηρεάζουν οι σκοτεινές σκηνές όταν γράφεις; Με ποιο τρόπο αποσυμφορείσαι μετά το γράψιμο;

Σίγουρα η χαρά είναι απερίγραπτη όταν νιώσω ότι έγραψα κάτι δυνατό και επιτυχημένο. Συνήθως επιλέγω μια απογευματινή βόλτα στην παραλία της πόλης με μουσική στα ακουστικά ή κάποιο ενδιαφέρον podcast που, περιέργως, ασχολείται και πάλι με έγκλημα ή μεταφυσικό. Σπανίως όμως αποσυμφορείσαι πραγματικά διότι, όπως είπαμε, οι δαίμονες δεν σ’ αφήνουν σε ησυχία. Έχεις ανάγκη συνεχώς να βελτιώνεις αυτό που έχεις δημιουργήσει.

Συγκεκριμένα, στο δεύτερο βιβλίο με τον υπαστυνόμο Σαρρή που έχω ολοκληρώσει και η κυκλοφορία του αναμένεται τους επόμενους μήνες, υπάρχει ένας ιδιαίτερα σκληρός χαρακτήρας που βασανίζεται από εσωτερικές φωνές για εκδίκηση, απονομή της δικαιοσύνης, παραισθήσεις και φανατισμό. 

Οι σκηνές και τα κεφάλαια που έγραφα γι’ αυτόν τον χαρακτήρα ήταν επίπονες και βασανιστικές. Ήθελα τόσο να μπω στον ρόλο του που αποφάσισα μιλήσω με ψυχολόγο έτσι ώστε ν’ αναλύσουμε την περίπτωσή του. Μέσα από την έρευνα συνειδητοποίησα ότι δεν είναι δύσκολο να ξεφύγει το μυαλό σου. Αρκεί μια εμμονή και μια σύμπτωση για να πιστέψεις στο παράλογο. 

Και -πίστεψέ με- στον αληθινό κόσμο οι θύτες ενός εγκλήματος ή μιας σειράς εγκλημάτων είναι πολύ σκληρότεροι, και οι τρόποι με τους οποίους ενεργούν πολύ πιο ευφάνταστοι από εκείνους μιας υπόθεσης ενός crime fiction ή μιας χολιγουντιανής αστυνομικής ταινίας.

Σου έχει τύχει να αγαπάς ένα κομμάτι αλλά να το κόβεις γιατί δεν δένει με το υπόλοιπο ή δεν προσθέτει κάτι στο σύνολο; Αν ναι, πώς το ξεπερνάς αυτό;

Σε όλους έχει τύχει, και συνήθως είναι για το καλό του έργου σου. Δεν μπορείς να κάνεις διαφορετικά. Το κρατάς στην άκρη ως μια καλή ιδέα, με την ελπίδα πως θα κολλήσει με κάτι καινούριο στο μέλλον, και συνεχίζεις παρακάτω. Άλλωστε, όσο γράφεις, θέλοντας και μη θα προκύψει κάτι καινούριο, ίσως και καλύτερο.

Τι πιστεύεις ότι ζητά σήμερα ο αναγνώστης από ένα crime novel;

Σίγουρα κάτι πρωτότυπο, αν και η πρωτοτυπία πλέον είναι σπάνιο ευτύχημα.

Τουλάχιστον να μη νιώσει ότι τον κοροϊδεύεις κι ότι επαναλαμβάνεσαι, αλλά να περάσει μερικές ευχάριστες ώρες διαβάζοντας. Όλα είναι υποκειμενικά. Για κάποιους θα είσαι καλός και για κάποιους άλλους μέτριος ή κακός. Είναι αδύνατον να ικανοποιήσεις τους πάντες. Αυτό δεν το κατάφεραν ούτε οι κλασικοί συγγραφείς και λογοτέχνες.

Πες μας για το επόμενο βιβλίο σου, το οποίο έρχεται μέσα στο έτος 2026. Τι να περιμένουμε;

Πρόκειται για τη δεύτερη ιστορία με τον υπαστυνόμο Σαρρή, παρ’ όλ’ αυτά διαβάζεται και ανεξάρτητα από το πρώτο, καθώς περιέχει μικρές αναφορές στην υπόθεση του προηγούμενου βιβλίου. 

Σε αντίθεση με το «Πίσω από τις σκιές», που εξελίσσεται καταχείμωνο και με χριστουγεννιάτικο σκηνικό ως background, εδώ είμαστε καταμεσής του καλοκαιριού, με τη Θεσσαλονίκη να πνίγεται στη γνωστή της υγρασία και με τα τσιμέντα να φλέγονται από τον καυτό Ιούλη. 

Βρίσκουμε τον υπαστυνόμο Σαρρή στη γειτονική πόλη των Σερρών για μια δολοφονία ενός ψυχιάτρου και πρώην καθηγητή του Α.Π.Θ.. Εκεί διαπιστώνει γρήγορα τον ιδιαιτέρως παράξενο τρόπο με τον οποίο βασανίστηκε το θύμα. 

Υπάρχει κι ένα μικρό πέρασμα από την ορεινή Χαλκιδική, όμως όλη δράση καταλήγει, όπως μπορείς να φανταστείς, στη Θεσσαλονίκη. 

Ομολογώ ότι αυτό το βιβλίο με βασάνισε αρκετά γιατί με παρέσυρε στα πολύ σκοτεινά μονοπάτια της ψυχής του θύτη. Έχω μεγάλη αγωνία να δω το πώς θα δεχτούν οι αναγνώστες την περίεργη αυτή ιστορία.

«Είναι αδύνατον να ικανοποιήσεις τους πάντες. Αυτό δεν το κατάφεραν ούτε οι κλασικοί συγγραφείς και λογοτέχνες».

Σου αρέσει η επαφή με το αναγνωστικό κοινό; Πώς μπορεί κανείς να επικοινωνήσει μαζί σου;

Η επικοινωνία με τους αναγνώστες, μια φιλική χειραψία ή ένα μήνυμα με μια θετική σκέψη, αποτελεί και την πληρωμή του συγγραφέα. Προσπαθώ να βρίσκομαι όσο το δυνατόν περισσότερο στις εκθέσεις και τις εκδηλώσεις του χώρου του βιβλίου που διοργανώνονται στην πόλη μου, γιατί μου αρέσει αυτή η επαφή και η ανταλλαγή απόψεων. Ο καθένας μπορεί να με βρει εύκολα στα γνωστά social media ή και στο email.

Σε ευχαριστούμε πολύ, Τάσο, για το χρόνο που μας διέθεσες. Ευχόμαστε πάντα επιτυχίες και δημιουργικές στιγμές!

Εγώ ευχαριστώ, Αγγελική! Γνωρίζω και εκτιμώ τη δουλειά των Βιβλιογραφικών και πάντα χαίρομαι να συζητάω μαζί σας!


Σχόλια