Book Review: ΤΟ ΕΚΜΑΓΕΙΟ, της ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΑ ΜΑΝΓΓΕΛ, από εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ


(Της Γιώτας Βασιλείου)

«Η σκάλα. Δεν υπάρχει πουθενά σκάλα σαν κι αυτή. Χάνεται μέσα στο βουνό, εκτείνεται πάνω από τα σύννεφα, ενώνει γη και ουρανό. Ολόγυρα γκριζογάλανα βουνά αχνοφαίνονται μες στην ομίχλη. Κάτω μπροστά, απότομα λιθόστρωτα σκαλοπάτια χάνονται οφιοειδώς στη χαράδρα. Κάνει ένα βήμα. Άλλο ένα. Τα πόδια κινούνται, τα μάτια της ψάχνουν. Πότε μπροστά, πότε πίσω. Μες στο φαράγγι επικρατεί σιγή, έχει σταματήσει ο χρόνος. Το δέρμα παγώνει απ’ τον αέρα. Καίγονται μάγουλα και χέρια. Τα χείλια στεγνώνουν. Το οξυγόνο μπαινοβγαίνει στα πνευμόνια της. Νομίζει πως αν φωνάξει δεν θα ακουστεί φωνή. Λες και την κλέβει ο αέρας από μέσα της. 

Στη χούφτα της έχει ένα κέρινο πεντάγραμμο. Στην τσέπη της ένα τυλιγμένο χαρτί. Ένα σημείωμα. Κατεβαίνει κι είναι σαν να το διαβάζει. Χρόνια τώρα το διαβάζει. 

Αφήνομαι να με πας όπου θες. Έχεις τη δύναμη πια να με κάνεις ό,τι θες.» […]

Έτσι ξεκινά «Το εκμαγείο». Αυτή ακριβώς είναι η πρώτη του σελίδα. Τα πρώτα λόγια που έγραψε στον υπολογιστή της η Φραντζέσκα Μάνγγελ. Με αυτές τις λέξεις ξεκίνησε την ιστορία της, την πιο αισθαντική μέχρι σήμερα κι ίσως την πιο ατμοσφαιρική, τρυφερή, σπαρακτικά οδυνηρή, μα σίγουρα την πιο ειλικρινή και βαθιά ανθρώπινη. 

Η αρχική ιδέα όπως αναφέρει και η ίδια, ήταν να γράψει μια ιστορία εξαφάνισης, ωστόσο η πρόσφατη εμπειρία του χαμού δύο πολύ αγαπημένων της προσώπων, τη μετέτρεψε σε ιστορία απώλειας. Μιαν ιστορία ποτισμένη από την αγάπη για τους ανθρώπους που έφυγαν και στιγματισμένη από τον πόνο του κενού που αυτοί άφησαν πίσω τους. 

Τα γεγονότα ξεκινούν να πλέκονται σε ένα απομακρυσμένο χωριό την Αθεάτη, όπου η νεαρή Ναταλία,
γνωρίζει μια αλλόκοτη γυναίκα που θυμίζει ξωτικό, την Αλθαία. Γοητευμένη από την προσωπικότητα της γυναίκας, η Ναταλία αποφασίζει να αγοράσει το μικρό πέτρινο μαγαζάκι της και μέχρι να ολοκληρωθούν τα διαδικαστικά εγκαθίσταται στο σπίτι του Γεράσιμου και της Ακριβής. Το ζευγάρι έχει δυο κορίτσια εκ διαμέτρου αντίθετα και εμφανισιακά μα και ως χαρακτήρες, την ατίθαση Μυρτώ και την εσωστρεφή Εύα. Μα και το ίδιο το αντρόγυνο δεν είναι αυτό που λέμε ταιριαστό. Ο Γεράσιμος είναι ευγενική ψυχή, καλοκάγαθος άνθρωπος και διατηρεί ένα καφενείο στην πλατεία. Από την άλλη, η Ακριβή είναι σκληρή κακότροπη και κακιασμένη. Στο σπίτι λοιπόν αυτής της παράξενης οικογένειας θα φιλοξενηθεί για έναν ολόκληρο χειμώνα η Ναταλία. Στο δωμάτιό της δε, υπάρχει ένα πιάνο το οποίο απαγορεύεται να το αγγίξει κανείς. Μικρό το κακό όμως, γιατί η Ναταλία δε γνωρίζει μουσική. 

Κάπου έξω από το χωριό υπάρχει ένας άστεγος που γράφει μουσική σε κέρινες πλάκες και τις σκορπίζει σε διάφορα σημεία στο χωριό μέσα σε χάρτινους φακέλους. Από τύχη τις πλάκες αυτές τις βρίσκει η Ναταλία και με τη βοήθεια της Εύας, προσπαθούν να καταλάβουν τι σημαίνουν οι νότες. Ποιος τις στέλνει και γιατί; Όσο ψάχνουν τόσο αυξάνονται οι απορίες τους.

Οι ήρωες της Φραντζέσκας είναι αρκετοί και ο καθένας από αυτούς παίζει το δικό του πολύ σημαντικό ρόλο στην πλοκή. Κανένας δεν είναι περιττός και κανένας δεν είναι λίγος ή υπερβολικός σε αυτό το βιβλίο. Πληγωμένοι από ανθρώπους και βιώματα και τσακισμένοι από τις κακουχίες της ζωής, καταλαμβάνουν ακριβώς τον χώρο και τον χρόνο που τους αρμόζει κερδίζοντας αντίστοιχα την συμπάθεια και σε κάποιες περιπτώσεις, την αντιπάθειά μας. 

«Αλλιώς κοιτάζει ο άνθρωπος που δεν έχει γνωρίσει την αγάπη κι αλλιώς αυτός που την έχει ζήσει στο πετσί του και την έχει στερηθεί»

Η Φραντζέσκα και σε αυτό το μυθιστόρημα χρησιμοποιεί την τεχνική των flash back στο χρόνο. Οι λούπες αυτές λοιπόν έχουν τη δική τους δυναμική, μας γνωρίζουν εκείνη τη νεανική συντροφιά και μας κάνουν κοινωνό ενός μεγάλου έρωτα. Λάτρεψα τις ερωτικές σκηνές, με πόνεσαν και με έσφαξαν σαν λεπίδα σε κάποια σημεία, ενώ απελευθερώθηκα σε άλλα. Βλέπουμε τους ήρωες να μάχονται τους ίδιους τους τους εαυτούς και τελικά να χάνουν τον ίδιο τους τον πόλεμο. 

Μου έγραψε σε κάποιο σχόλιό της στο Facebook η Φραντζέσκα ότι είναι το πιο δύσκολο πράγμα οι ερωτικές σκηνές. Την πιστεύω αλλά έχω να πω ότι τα κατάφερε στο απόλυτο. 

"Μέχρι πού μπορούν να φτάσουν οι άνθρωποι όταν είναι ξένοιαστοι και ερωτευμένοι; όταν τρέφονται ο ένας από τον άλλον, από τα φιλιά και τα γέλια, τη δημιουργία, τον έρωτα, τη φιλία; Παντού. Όσο πιο ψηλά μας δείχνανε, ακόμα πιο πολύ θα ανεβαίναμε. Η ενέργεια μας ήταν αστείρευτη. Η ευτυχία μας έβαζε φτερά στα πόδια. Στο γράφω τώρα που δεν μπορώ να σύρω ούτε βήμα."

Η γραφή της όπως πάντα είναι μεστή, ολοζώντανη και ποιητική, με πανέμορφες εκφράσεις, υπέροχες εικόνες, παρομοιώσεις και μεταφορές που σε παρασύρουν σε ένα μαγικό ταξίδι. Εναλλάσσεται δε από τριτοπρόσωπη σε πρωτοπρόσωπη, όταν παρεμβάλλεται η παράλληλη ιστορία κάποιου άγνωστου άντρα, που όμως όσο προχωράει η ιστορία ξεκαθαρίζει το ποιος είναι. Και είναι τραγικό ότι είναι αυτός που είναι.

Με «Το εκμαγείο» η Φραντζέσκα καταβυθίζεται στον ανθρώπινο ψυχισμό, εξετάζει τους μηχανισμούς αυτοπροστασίας και αυτοεπούλωσης του οργανισμού μας απέναντι στα ψυχικά τραύματα. Ξεκινάει αργά, γνωρίζοντάς μας τους ήρωες και κλιμακώνεται σελίδα τη σελίδα, φτάνοντας στον λυτρωτικό επίλογο. Και μόνο τότε διαπιστώνεις ότι κρατούσες την ανάσα σου. Όταν την αφήνεις με δύναμη να βγει από τα πνευμόνια σου. 

«Το εκμαγείο» λοιπόν, της Φραντζέσκα Μάνγγελ. Ένα βιβλίο με ήρωες που θες να τους πάρεις αγκαλιά και να τους προστατέψεις. Ένα βιβλίο που το διαβάζεις και σου σαρώνει ψυχή και συναισθήματα. Ένα βιβλίο που σας το προτείνω ασυζητητί!  

Καλές αναγνώσεις!

Διαβάστε περισσότερα ή αγοράστε το βιβλίο εδώ.




Σχόλια