Book Review: ΜΑΓΚΑΦΙΝ, του ΒΑΓΓΕΛΗ ΓΙΑΝΝΙΣΗ, από εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ

 

(Της Γιώτας Βασιλείου)

Ξεκίνησα το ΜακΓκάφιν του Βαγγέλη Γιαννίση με τις καλύτερες προοπτικές μιας και ο Βαγγέλης είναι από τους πιο αγαπημένους μου Έλληνες συγγραφείς. Και όντως από την πρώτη κιόλας σελίδα δικαιολόγησε την αγάπη που του έχω, αφού αντί για τίτλους κεφαλαίων, άκουσων-άκουσων, ο τύπος είχε βάλει συντεταγμένες! Βλέπω κι εγώ τα νούμερα στην αρχή και λέω «τι στο καλό είναι τούτο;» αλλά δεν έδωσα και πολύ σημασία, γιατί φαντάστηκα ότι θα εξηγούσε παρακάτω. Όταν όμως βλέπω και στον δεύτερο τίτλο νούμερα, τα λαμπάκια άναψαν και «ψύλλοι στα αυτιά μου μπήκανε». Το κινητό ανά χείρας, google maps, πληκτρολόγηση τα νούμερα και ταραααάμ!!! Ιδού! Είχα αποτελέσματα! Ευρηματικό έτσι; Εννοείται πως την ίδια δουλειά έκανα σε κάθε τίτλο, μέχρι το τέλος του βιβλίου. Για να μη μιλήσω για τον ευφυέστατο τίτλο που αναφέρεται στον κινηματογραφικό όρο τον οποίο εφηύρε ο Άλφρεντ Χίτσκοκ και σημαίνει το προσχηματικό αφηγηματικό στοιχείο πάνω στο οποίο στήνεται η πλοκή.

Αυτά για μένα ήταν τα σημαντικότερα ευρήματα σε όλο το βιβλίο κι αμέσως μετά κάτι το οποίο αναφέρεται στο πρώτο κιόλας κεφάλαιο και για το οποίο το μόνο που θα πω πως έχει να κάνει με καθημερινό ενδυματολογικό κώδικα. Από εκεί και πέρα ξεκίνησε μια θεοπάλαβη ιστορία με τους πιο απίθανους χαρακτήρες -κάποιοι από αυτούς να θυμίζουν καρικατούρες- η οποία πλέκεται γύρω από ένα smartwatch και ένα τανούκι. Μη με ρωτήσετε τι είναι το τανούκι κι αν υπάρχει. Είναι ζωάκι και υπάρχει. Το γκούγκλαρα (εννοείται)! Η ιστορία εκτυλίσσεται πάνω σε ένα πλοίο, και κάθε χαρακτήρας είναι ένας εν δυνάμει δολοφόνος ή/και ένας πιθανός νεκρός. Η εξέλιξη της πλοκής γίνεται σε πολλαπλά επίπεδα και η αφήγηση γίνεται εναλλάξ διά στόματος του εκάστοτε ήρωα. 

Αναλογιζόμενη το τι έστησε με το μυαλό του ο Βαγγέλης, θεωρώ ότι θα μπορούσε να έχει πετύχει το απόλυτο αποτέλεσμα. Και λέω ότι θα μπορούσε γιατί για μένα δεν τα κατάφερε εντέλει να μου δώσει αυτό που προσδοκούσα. Ναι μεν στην αρχή γέλασα αρκετά και ξαφνιάστηκα πάρα πολύ ευχάριστα με την διαφοροποίησή του αυτή (προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι το να ρισκάρει να διαφοροποιηθεί είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά ενός πετυχημένου συγγραφέα), ωστόσο όσο προχωρούσα στην ανάγνωση, τόσο ένοιωθα ότι δεν είχε τον έλεγχο της ιστορίας του ο Βαγγέλης. Αυτό που αισθάνθηκα είναι ότι είχε χαθεί κι ο ίδιος ακόμα, στον δαίδαλο της πολυπλοκότητάς της επινόησής του, τόσο που του διέφυγαν πράγματα και άφησε κάποια ερωτήματα αναπάντητα ή αν απαντήθηκαν, απαντήθηκαν με τρόπο τέτοιο που δεν έγινε αντιληπτός, όχι μόνο από εμένα αλλά και από άλλους φίλους με τους οποίους τα συζήτησα. Και φτάνουμε στο φινάλε όπου ξάφνου εμφανίζεται ένας δολοφόνος σαν τον λαγό μέσα από το καπέλο. Αυτό ήταν τεράστια απογοήτευση και δεν το περίμενα σε καμιά περίπτωση. Αν το ήξερα από την αρχή, το ομολογώ, δεν θα το αγόραζα το βιβλίο. 

Ευτυχώς που γνωρίζω πολύ καλά την ποιότητα της γραφής του Βαγγέλη κι έτσι δεν έχω να κρίνω μόνο από αυτό το ένα. Έτσι έχω να περιμένω με πολύ αγωνία το επόμενο, είτε είναι συνέχεια της αγαπημένης μας σειράς με τον Άντερς είτε είναι stand alone. 

Το βαθμολόγησα με 3 αστέρια στο goodreads γιατί όσο και να με στεναχώρησε δε μπορώ να μην διακρίνω την ευφυία πίσω από την σύλληψη της ιδέας και την προσπάθεια που χρειάστηκε για να στηθεί αυτό το μικρό πλωτό σύμπαν.

Βρείτε το βιβλίο εδώ.


Σχόλια