ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ AFONSO CRUZ

Afonso Cruz: Θέλω οι χαρακτήρες μου να έχουν στόχους, φιλοδοξίες και επιθυμίες στη ζωή τους

Γεννημένος το 1971, στη Figueira da Foz της Πορτογαλίας, ο Αφόνσου Κρουζ είναι ένας πολυδιάστατος καλλιτέχνης και συγγραφέας περισσότερων από 40 βιβλίων, ανάμεσα τους μυθιστορήματα, θεατρικά έργα, εικονογραφημένα βιβλία, νουβέλες για νέους, ποίηση, φωτογραφικά λευκώματα και δοκίμια. Σπούδασε Καλές Τέχνες στη Λισαβόνα, στο Instituto Superior de Artes Plásticas στη Μαδέρα και στο António Arroio. Εκτός από συγγραφέας, είναι και κινηματογραφιστής, εικονογράφος και μέλος του μουσικού συγκροτήματος The Soaked Lamp. Άρχισε να ασχολείται με τη συγγραφή το 2008. Έργα του έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από είκοσι γλώσσες. Το συνολικό του έργο χαίρει μεγάλης εκτίμησης σε παγκόσμιο επίπεδο και έχει τιμηθεί με πάρα πολλά βραβεία. Το νέο του βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ευρασία/Στιγμός με τον ευρηματικό τίτλο "Ο Ιησούς Χριστός έπινε μπίρα" είναι ένα μυθιστόρημα, σκέτο ποίημα. Περιγράφει τη Ζωή, ακόμα κι όταν μιλάει για τον πόνο ή και τον θάνατο με τόσο όμορφο τρόπο, που σου είναι αδύνατον να μην κάνεις διάλειμμά από την ανάγνωση για να σκεφτείς αυτό που μόλις διάβασες. Ο Αφόνσου Κρουζ, είναι ένας πολύ προσιτός και προσφιλής άνθρωπος, με πηγαίο χιούμορ, ενσυναίσθηση και ανθρωπιά. Η κουβέντα μου μαζί του ήταν σκέτη απόλαυση και από τις πιο ενδιαφέρουσες συνεντεύξεις που έχω πάρει ποτέ. Ελπίζω να την απολαύσετε το ίδιο κι εσείς.

(Συνέντευξη στη Γιώτα Βασιλείου)

Afonso, boa noite e bem-vindo a Grécia.* Πριν ξεκινήσουμε θα ήθελα να σου πω ότι είναι τιμή και μεγάλη μου χαρά πολύ δέχτηκες να κάνουμε αυτή τη συνέντευξη.

Χαίρομαι πολύ που σε γνωρίζω Γιώτα. Σε ευχαριστώ πολύ. Είναι και δική μου χαρά.


Ο Ιησούς Χριστός έπινε μπίρα. Τόσο περίεργος τίτλος. Σε ποιο βαθμό θα έλεγες ότι η αγάπη σου για τη μπύρα επηρέασε την επιλογή του ποτού στο βιβλίο σου; 

Στην πραγματικότητα πιστεύω μια παλιά θεωρία ότι ο Ιησούς έπινε μπύρα. Όχι κρασί. Εκείνη την εποχή, τόσο οι Παλαιστίνιοι όσο και οι Αιγύπτιοι, έπιναν μπύρα. Υπήρχαν πάρα πολλές ζυθοποιίες και γινόταν μεγάλη εισαγωγή μπύρας από την Αίγυπτο. Ακόμα και μισθοί πληρώνονταν σε μορφή μπύρας. Κι αυτό γιατί είναι ένα ποτό φθηνό, παρασκευάζεται από δημητριακά, είναι το ίδιο πράγμα με το ψωμί. Μάλιστα κάποιοι λένε ότι η μπύρα παρασκευάστηκε πριν τον άρτο, γιατί για την παρασκευή της δεν χρειαζόταν φούρνος. Επιπλέον είναι ένα ποτό που δε γνωρίζει γεωγραφικά σύνορα, μπορεί να παρασκευαστεί οπουδήποτε στον κόσμο, εν αντιθέσει με τα αμπέλια που απαιτούν ιδιαίτερες γεωφυσικές και κλιματικές συνθήκες για να αναπτυχθούν. Τα δημητριακά βρίσκονται παντού. Και πλέον γνωρίζουμε ότι όλοι έπιναν μπύρα εκείνη την εποχή, ακόμα και τα παιδιά, αφού αποτελούσε μέρος της διατροφής τους. Οπότε τίθεται το ερώτημα: Έπινε ο Ιησούς μπύρα; Ναι! Εφόσον όλοι έπιναν μπύρα εκείνα τα χρόνια, είναι φυσικό κι επόμενο κι ο Ιησούς να έπινε μπύρα.

Τόσο ο τίτλος όσο και το περιεχόμενο του βιβλίου κάνουν αναφορά σε θέματα θρησκευτικού ενδιαφέροντος. Υπήρξε έστω και μια στιγμή που να ανησύχησες ότι μπορεί να υπάρξουν ή που όντως να υπήρξαν, αντιδράσεις από μερίδα των αναγνωστών σου;

Λοιπόν, στην Πορτογαλία το βιβλίο παρουσιάστηκε από ένα Δομινικανό μοναχό και συνέβη κάτι αστείο όταν κάποιος τον ρώτησε εάν πίστευε ότι ο Χριστός έπινε μπύρα και εκείνος απάντησε: «Στον Ιησού άρεσαν τα ωραία πράγματα, οπότε ναι!». 

Δε θυμάμαι να είχα αντιδράσεις από αναγνώστες. Σε κάποιες χώρες όμως, όπως στην Ισπανία και την Ιταλία, ήθελαν να αλλάξουν τον τίτλο αλλά τελικά διατήρησαν τον ίδιο. Και στην Αραβία τελικά ο τίτλος άλλαξε και το βιβλίο κυκλοφορεί ως «Η εγγονή».


Από που άντλησες έμπνευση για το συγκεκριμένο βιβλίο;

Από διαφορετικές πηγές. Έτσι όπως το βλέπω εγώ, κάθε βιβλίο προέρχεται από σύγκλιση ιδεών. Σε αυτή την περίπτωση, μια από αυτές ήταν η γιαγιά μου που έλεγε ότι δεν ήθελε να πεθάνει πριν πάει στους Αγίους Τόπους. Ε λοιπόν έφυγε από τη Ζωή πριν πάει στην Ιερουσαλήμ, οπότε αυτό το βιβλίο είναι ένας τρόπος να πάω εκεί με τη γιαγιά μου. Κι επειδή είναι ένα μυθιστόρημα που πραγματεύεται την ιδέα ότι η πραγματικότητα έχει πολλά νοηματικά επίπεδα, "έπαιξα" με την ιδέα αυτή, μεταμορφώνοντας ένα μικρό χωριό σε Ιερουσαλήμ. 

Ήθελα επίσης να γράψω μια αφήγηση η οποία θα μπορούσε να αντικατοπτρίζει τη ζωή των κατοίκων του Alentejo, της περιοχής όπου ζω. Ο συνδυασμός αυτών των στοιχείων μαζί, γέννησε αυτό το μυθιστόρημα.


"Έπινε ο Ιησούς μπύρα; Ναι! Εφόσον όλοι έπιναν μπύρα εκείνα τα χρόνια, είναι φυσικό κι επόμενο κι ο Ιησούς να έπινε μπύρα."

 

Η ιστορία που πραγματεύεται το βιβλίο σου θέτει δύο πολύ σημαντικά θέματα: Τη μοναξιά και την απομόνωση των ανθρώπων. Θεωρείς ότι αυτό είναι σημείο των σύγχρονων καιρών ή είναι κάτι που προϋπήρχε;

Σίγουρα προϋπήρχε. Σήμερα είναι εύκολο για τους ανθρώπους να κυκλοφορήσουν. Μάλιστα στα πιο προηγμένα και πλούσια κράτη μετρούν την πρόοδο της χώρας από το πόσο κυκλοφορούν και ταξιδεύουν οι πολίτες. Στις πιο φτωχές περιοχές της Πορτογαλίας όπου τα μέσα είναι περιορισμένα, οι άνθρωποι δε μπορούν να μετακινηθούν κι απομονώνονται. Έχουμε πολύ συχνά να αντιμετωπίσουμε αυτοκτονίες ενώ η νέα γενιά εγκαταλείπει τον τόπο της για τις μεγαλύτερες πόλεις προκειμένου να έχει ένα καλύτερο μέλλον.


Θεωρείς ότι η πανδημία του κορωναϊού έκανε τα πράγματα ακόμα χειρότερα;

Όχι, στην πραγματικότητα δεν το πιστεύω. Φαντάσου αυτό να συνέβαινε είκοσι χρόνια πριν, που δεν είχαμε καλά-καλά ούτε το ίντερνετ. Δεν υπήρχαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να μιλήσεις με τους φίλους και την οικογένειά σου. Ήσουν πολύ περισσότερο απομονωμένος. Σίγουρα δεν είναι το ίδιο με το να συναντάς τον άλλο προσωπικά, τουλάχιστον όμως μπορείς να τον δεις, να του μιλήσεις. Η πανδημία μας δίδαξε πόσο σημαντικό είναι να βλέπεις κάποιον από κοντά. 

Για παράδειγμα: Σίγουρα από την έναρξη της πανδημίας και μετά έχεις παρακολουθήσει πολλές παρουσιάσεις βιβλίων διαδικτυακά. Στοιχηματίζω ότι δεν θυμάσαι σχεδόν καμία από αυτές. Ενώ είμαι σίγουρος ότι θυμάσαι αρκετά πράγματα από παρουσιάσεις στις οποίες έχεις παραβρεθεί προσωπικά. Έχει να κάνει με τη μνήμη του σώματος. Να αγγίξεις. Αν δεν αγγίξεις είναι σα να κοιτάς μια οθόνη. Όπως ο Θωμάς που ήθελε να αγγίξει τον Ιησού για να πειστεί ότι ήταν αληθινός και όχι παραίσθηση. Είναι η ιδέα που έχει ο καθένας μας για την πραγματικότητα.

Η αλήθεια είναι πως μετά την πανδημία ο κόσμος δεν κυκλοφορεί, ούτε ταξιδεύει όσο παλιά, ωστόσο οι διάφορες ηλεκτρονικές συσκευές μας βοηθούν να μην χάνουμε την επαφή μας.


Επιστρέφοντας στο βιβλίο σου Αφόνσου, θέλεις να μας πεις ποιον από τους χαρακτήρες του αγαπάς περισσότερο και γιατί;

Αγαπώ τη Ρόζα. Ναι, αγαπώ τη Ρόζα γιατί είναι μια γυναίκα από τα βάθη της Πορτογαλίας της δεκαετίας του ’80, που αρνείται να υποκύψει στις κοινωνικές νόρμες της εποχής και ακολουθεί τους δικούς της κανόνες.


Αντιπροσωπεύει κάποιο πραγματικό πρόσωπο στη ζωή σου Αφόνσου; 

Δεν το είχα σκεφθεί αλλά τώρα που το λες, η γιαγιά μου, της οποίας το όνομα ήταν επίσης Ρόζα, ήταν μια πολύ ιδιαίτερη γυναίκα. Πέθανε στα ενενήντα εννέα της χρόνια, είχε γεννηθεί δηλαδή στις αρχές του εικοστού αιώνα, οπότε είχε την ευκαιρία να είναι παρούσα στο ντεμπούτο κάθε τεχνολογικού επιτεύγματος. Αυτοκίνητα, μηχανές, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, τα πάντα. Έζησε μια πολύ έντονη ζωή η γιαγιά Ρόζα. Έπαιζε κιθάρα και οδηγούσε, πράγματα απαγορευμένα για τις γυναίκες εκείνα τα χρόνια. Παντρεύτηκε με έναν επαναστάτη και μετέφερε όπλα με το αυτοκίνητο στις ομάδες των επαναστατών. Ήταν πραγματικά μια πολύ ιδιαίτερη γυναίκα.


Μιλώντας για τους χαρακτήρες Αφόνσου, στο βιβλίο σου συνάντησα μερικούς από τους πιο περίεργους ήρωες που έχω συναντήσει ποτέ στα αναγνωστικά μου ταξίδια. Παρ’όλ’αυτά τους ερωτεύτηκα. Μίλησέ μας λίγο για αυτούς.

Έχω έναν απαράβατο κανόνα όσον αφορά στους χαρακτήρες μου: να μην είναι μονοδιάστατοι, να έχουν βαθύτερα επίπεδα. Δεν είναι κινούμενα σχέδια που νιώθεις ότι είναι ψεύτικα, ότι δεν είναι αληθινοί άνθρωποι. Οι χαρακτήρες πρέπει να είναι αληθοφανείς. Έτσι λοιπόν όταν έχω έναν χαρακτήρα ο οποίος βλέπω ότι υπερβολικά καλός, τον βάζω ξαφνικά να κάνει κάτι εξωφρενικό, όπως το να κλωτσήσει ένα σκυλί στο δρόμο, χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Όπως ένας πραγματικός άνθρωπος κάνει ανόητα πράγματα χωρίς αιτία. Επίσης θέλω οι χαρακτήρες μου να έχουν στόχους, φιλοδοξίες και επιθυμίες στη ζωή τους, τα οποία θα είναι τα εφαλτήρια για τις αποφάσεις και τις πράξεις τους μέσα στην ιστορία μου. Σε ένα από τα βιβλία μου έχω έναν χαρακτήρα που θέλει να περνά απαρατήρητος από τους πάντες, να είναι αόρατος ει δυνατόν. Φοβάται το πεπρωμένο του. Φοβάται ότι θα δει το πεπρωμένο του ότι είναι χαρούμενος και θα του στείλει καταστροφές. Προσπαθώ δηλαδή η προσωπικότητα του χαρακτήρα να αντικατοπτρίζεται στο γραπτό μου.

Επίσης οι αντιθέσεις ανάμεσα στους χαρακτήρες είναι πολύ σημαντικές, γιατί δημιουργούν επίπεδα όχι μόνο σε επίπεδο πλοκής αλλά και σε επίπεδο δημιουργίας εικόνας. Όπως για παράδειγμα ο χαρακτήρας που προανέφερα είναι πάρα πολύ λεπτός, σε αντίθεση ο ξάδελφος του και ποιο κοντινός του άνθρωπος είναι πολύ μεγαλόσωμος. Ένα άλλο τρανό παράδειγμα είναι ο Δον Κιχώτης με τον ιπποκόμο του Σάντσο Πάντσα. Είναι ακριβώς το αντίθετο. Ο ένας με το άλογο, ο άλλος με το γαϊδουράκι, ο ένας ευγενής, ο άλλος απλοϊκός χωρικός. Ακόμα και η εξωτερική τους εικόνα είναι εντελώς αντίθετη, ο μεν ψηλόλιγνος, ο δε κοντόχοντρος. Όλα αυτά δημιουργούν ένταση και προετοιμάζουν το έδαφος για πολλές και ενδιαφέρουσες συζητήσεις μεταξύ των δύο. 


"Όταν έχω έναν χαρακτήρα ο οποίος βλέπω ότι υπερβολικά καλός, τον βάζω ξαφνικά να κάνει κάτι εξωφρενικό."


Γιατί επέλεξες να δώσεις τόσο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στους χαρακτήρες σου. Για παράδειγμα την υπερβολική τριχοφυΐα;

Λοιπόν, όλοι έχουμε χαρακτηριστικά που έχουν καθολικό χαρακτήρα, όπως η καρδιά μας, ή κοινό, όπως τα δυο πόδια μας ή το συγκεκριμένο χρώμα μαλλιών μας. Αυτό όμως που πραγματικά μας διακρίνει, είναι ο συνδυασμός των πιο ασυνήθιστων χαρακτηριστικών. Αν θέλεις να περιγράψεις κάποιον πιθανότατα θα εστιάσεις σε αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, αφού χρησιμοποιήσεις μερικά επίθετα όπως ψηλός ή αδέξιος και μόνο τότε θα περιγράψεις κάποιον ιδιαίτερ4ο. Και είμαστε όλοι ιδιαίτεροι. Έτσι, νομίζω ότι οφείλουμε (οι συγγραφείς) τόσα πολλά στους χαρακτήρες μας: να μοιάζουν όσο το δυνατόν με πραγματικό πρόσωπο.


Σε γενικές γραμμές το βιβλίο ήταν ένα παράδοξο. Υπέροχο μεν, παράδοξο δε. Υπήρξαν στιγμές που… πως να το πω… ένιωσα ότι είχες πιει πολλές… μπύρες ενώ έγραφες;

(Γελάει έντονα)

Λοιπόν… τα περισσότερα βιβλία μου πάνω-κάτω είναι σε αυτό το στυλ. Άλλο περισσότερο, άλλο λιγότερο. Μου αρέσει πάντα να έχω πολλούς χαρακτήρες που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Πολλοί δε από αυτούς είναι ταξιδευτές. Ωστόσο οι ήρωές μου στο «Ο Ιησούς Χρηστός έπινε μπίρα» δε μπορούσαν να ταξιδέψουν, οπότε τους έφερα κόσμο από άλλα σημεία του κόσμου να τους συναντήσουν. 

Παρόλο που συναντάμε ίχνη μαγικού ρεαλισμού στο βιβλίο σου, δε θα μπορούσαμε να το κατηγοριοποιήσουμε σαν τέτοιο. Το στυλ σου είναι πολύ ιδιαίτερο. Μοιάζει με ποτάμι που φούσκωσε από την παρατεταμένη βροχή και δε μπορεί να περιοριστεί πλέον στην κοίτη του. Κι αφού μας είπες ότι όλα λίγο έως πολύ τα βιβλία σου είναι στο ίδιο ύφος, θα ήθελες να μας πεις δυο λόγια γενικότερα για τη δουλειά σου;

Έχεις δίκιο, δεν είναι. Μοιάζει αλλά δεν είναι. Τίποτα «μαγικό» δε συμβαίνει, ωστόσο είναι ότι πιο κοντινό στο μαγικό ρεαλισμό μπορεί να συναντήσει κανείς. Πολλοί πιστεύουν ότι το να γράφεις ρεαλιστικά είναι να περιγράφεις λεπτομερώς τη ρουτίνα, την καθημερινότητα του ήρωά σου. Όμως δεν είναι έτσι ο τρόπος πολύ λειτουργεί η ανθρώπινη μνήμη. Αν βγεις για καφέ με ένα φίλο, δεν θα του περιγράψεις την ημέρα σου από τη στιγμή που άνοιξες το πρωί τα μάτια σου αλλά θα του μιλήσεις για όλα εκείνα τα ιδιαίτερα, τα αξιοσημείωτα πράγματα, καλά ή κακά που συνέβησαν στη ζωή σου. 

Έτσι λοιπόν ένα μυθιστόρημα είναι φτιαγμένο από πολλά τέτοια ιδιαίτερα και αξιοσημείωτα γεγονότα που συνδέονται μεταξύ τους με μερικές περιγραφές ρουτίνας. Αγαπώ πολύ όλα αυτά τα ασυνήθιστα περιστατικά αλλά δυστυχώς δε μπορούν να χρησιμοποιηθούν όλα στη λογοτεχνία, γιατί τότε κινδυνεύει η πίστη του αναγνώστη για την αληθοφάνεια αυτού που διαβάζει. 

Δεν απάντησα όμως στο ερώτημά σου για τα υπόλοιπα βιβλία μου. Τα βιβλία μου γενικότερα βασίζονται σε ιστορίες οι οποίες αντικατοπτρίζουν κάποια ηθικά ή φιλοσοφικά θέματα, τα οποία είναι δύσκολο να επιλυθούν. Για παράδειγμα, το τελευταίο μου βιβλίο αφορούσε στην αληθινή ιστορία του ζευγαριού που κατά τη διάρκεια της ανέγερσης του τοίχου του Βερολίνου το ‘60, βρέθηκαν εν μία νυκτί, ο ένας από τη μια πλευρά του τοίχου κι η άλλη από την άλλη. Αυτό που συνέβη ήταν ότι μετά από κάποιο καιρό, ο άντρας βρήκε κάποια κοπέλα που έμοιαζε εμφανισιακά πολύ με την αγαπημένη του, έκλεψε τα χαρτιά της, προκειμένου να μπορέσει να φέρει κοντά του την κοπέλα του. Γιατί μου αρέσει αυτό; Είναι η αγάπη που έσπρωξε τον άνθρωπο να κάνει κάτι τόσο δραστικό που ηθικά όμως, είναι απόλυτα λάθος. Αυτό που μου αρέσει είναι η περιπλοκότητα του πράγματος. Δεν είναι σωστό, δεν είναι λάθος, είναι ενδιαφέρον. Και μοιάζει λίγο με μαγικό ρεαλισμό. 


Εκτός από συγγραφέας, είσαι και εικονογράφος και ποιητής.

Ναι είμαι εικονογράφος και γράφω και λίγη ποίηση, ωστόσο η ποίηση είναι κάτι που ακόμη το φοβάμαι λίγο. Έχω γράψει τρία βιβλία για παιδιά και έφηβους. Επίσης έχω εκδώσει την Εγκυκλοπαίδεια της Παγκόσμιας Ιστορίας (Enciclopédia da Estória Universal), το οποίο είναι μία Εγκυκλοπαίδεια του φανταστικού, η οποία μέχρις ώρας μετρά οκτώ τόμους. Για τη συγγραφή του συγκεκριμένου έργου χρειάστηκε να εφεύρω συγγραφείς, βιβλία, ποιητές και ποιήματα και μάλιστα πολλά από αυτά τα ποιήματα τα έγραψα ο ίδιος. 


Γράφεις, σχεδιάζεις, εμφανίζεσαι σε διάφορες εκδηλώσεις, παίζεις μουσική, τραγουδάς. Είσαι τόσο πολυάσχολος. Πότε προλαβαίνεις να διαβάσεις;

(Χαμογελάει)

Στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Διαβάσω. Κι αν τα διαβάσματά μου το επιτρέπουν, τότε κάνω κι όλα τα υπόλοιπα.


Ποια είδη βιβλίων προτιμάς και ποιο είναι το αγαπημένο σου;

Είμαι παμφάγος όσον αφορά το διάβασμα. Διαβάζω φιλοσοφία, επιστήμη, ποίηση, διαφορετικά είδη λογοτεχνίας όπως αστυνομικά και επιστημονική φαντασία καθώς και εικονογραφημένα βιβλία. Είμαι ωστόσο εκλεκτικός στο τι διαβάζω κι επειδή γράφω κιόλας, πρέπει να έχω γνώση για τις τάσεις και τις τεχνικές.


Πες μας τρεις από τους πιο αγαπημένους σου συγγραφείς.


Ο Νίκος Καζαντζάκης είναι ένας από τους πιο αγαπημένους μου. Έχω διαβάσει οτιδήποτε δικό του έχει μεταφραστεί στα γαλλικά, ισπανικά, πορτογαλικά και αγγλικά. Είμαι σχεδόν σίγουρος ότι έχω διαβάσει τα άπαντα από το έργο του Νίκου Καζαντζάκη. 

Ο Ντοστογιέφσκι είναι πολύ σημαντικός για εμένα κι επίσης αγαπώ τη Σιμόν Βέιλ καθώς και τον Ράινερ Μαρία Ρίλκε, τον ποιητή. Λατρεύω τον τρόπο που προβάλει τον κόσμο, τη ζωή και το θάνατο μέσα από την ποίησή του. Είναι ένα από τους πιο σημαντικούς ποιητές. 


"Ο Νίκος Καζαντζάκης είναι ένας από τους πιο αγαπημένους μου συγγραφείς."


Ποιους άλλους Έλληνες συγγραφείς έχεις διαβάσει;

Έχω διαβάσει Κωνσταντίνο Καβάφη, Θάνο Καρνέζη και τις «Εννεάδες» του Πλωτίνου.


Ποιο είναι το βιβλίο το οποίο εύχεσαι να είχες γράψει;

Ναι... Θα ήθελα να έχω γράψει το “Gravity and grace” της Σιμόν Βέιλ. Είναι ένα καταπληκτικό βιβλίο. Είναι λογοτεχνία!


Πως θα σου φαινόταν αν κάποιο από τα βιβλία σου γινόταν ταινία ή τηλεοπτική σειρά; 

Υπάρχουν κάποια που ήδη έχουν πουληθεί τα δικαιώματά τους στη Βραζιλία και την Πορτογαλία.


Τι έχεις στα προσεχή σου πλάνα Αφόνσου;

Πάντοτε έχω πολλά πρότζεκτ στο μυαλό μου αλλά τα δυο τελευταία μου μυθιστορήματα είχαν ως κεντρικό τους άξονα τη γεωγραφική τους θέση, όπως για παράδειγμα η ιστορία που σου είπα πριν με το ζευγάρι και τον τοίχο του Βερολίνου. Το δεύτερο εκτυλίσσεται στην Καμπότζη του Βιετνάμ, αρκετά πιο μακριά. Υπάρχουν λοιπόν στα πλάνα ακόμη τρία μυθιστορήματα τα οποία θα διαδραματίζονται στο Τιμόρ της Ινδονησίας, τη Χιλή και την Παλαιστίνη αντίστοιχα. 

Επίσης γράφω ένα πάρα πολύ ιδιαίτερο μυθιστόρημα το οποίο αφορά στην Πορτογαλική επανάσταση (Επανάσταση των Γαριφάλων), η οποία συμπληρώνει πενήντα χρόνια στις 25 Απριλίου του 2024. Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα δημοσιεύεται σε συνέχειες, κεφάλαιο-κεφάλαιο, σε μια από τις εγκυρότερες πορτογαλικές εφημερίδες. Η πρώτη δημοσίευση έγινε στις 25 Απριλίου του 2023 και η τελευταία θα γίνει του χρόνου την ίδια μέρα, την ημέρα της επετείου δηλαδή. 

Το μυθιστόρημα είναι χωρισμένο σε δύο μέρη όπου το πρώτο εκτυλίσσεται είκοσι πέντε χρόνια πριν την επανάσταση και το δεύτερο είκοσι πέντε χρόνια μετά. Με αυτό τον τρόπο μπορεί ο αναγνώστης να δει την ασυμμετρία και τις αντιθέσεις του πριν με το μετά. Πριν την επανάσταση οι γυναίκες δεν ψήφιζαν ενώ χρειάζονταν ειδική άδεια για να φύγουν από τη χώρα, οι δασκάλες απαγορευόταν να παντρευτούν, οι νοσηλεύτριες το ίδιο. Οι νεαρές κοπέλες έπρεπε να επιδείξουν πιστοποιητικό παρθενίας στο μελλοντικό τους σύζυγο. Και όταν γεννήθηκε ο πατέρας μου, τη δεκαετία του ’40, ο μισός πληθυσμός της Πορτογαλίας ήταν αναλφάβητος. Κι όλα αυτά άλλαξαν στις 25 Απριλίου του 1974, οπότε η επανάσταση παίρνει σάρκα και οστά. Έχουμε δηλαδή ξεκάθαρες γραμμές μεταξύ του πριν και του μετά.


Μετά την ολοκλήρωσή του, θα εκδοθεί και σε ένα ενιαίο τόμο το βιβλίο;

Ναι, ναι θα εκδοθεί.


Μοιάζει τρομερά ενδιαφέρον και θα ήθελα να το δω να μεταφράζεται και στα ελληνικά.

Το εύχομαι.


Αφόνσου σε ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σου. Εύχομαι καλή επιτυχία στο βιβλίο σου και θα περιμένω με αγωνία τα επόμενα. Ή και τα προηγούμενα.

(Γελάει)

Εγώ σε ευχαριστώ Γιώτα για τις ενδιαφέρουσες ερωτήσεις. 


*Αφόνσου καλησπέρα και καλωσήρθες στην Ελλάδα



Διαβάστε την άποψη της Γιώτας για το βιβλίο εδώ.

Το βιβλίο του Afonso Cruz με τίτλο "Ο Ιησούς Χριστός έπινε μπίρα" κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ευρασία/Στιγμός και μπορείτε να το βρείτε εδώ.

Στο ακόλουθο βίντεο μπορείτε να τον απολαύσετε να τραγουδάει με τους The Soaked Lamp, το "Slowly Movin'".



Σχόλια