Book Review: ΘΥΜΑΜΑΙ, του YLLI DEMNERI, από εκδόσεις ΠΛΗΘΩΡΑ

 

(Της Γιώτας Βασιλείου)

Κάπου, κάποιος, κάποτε μου είχε πει: «Οι στιγμές γίνονται αναμνήσεις κι οι αναμνήσεις είναι ο θησαυρός μας». Δε ξέρω αν ήταν δικό του ή κι αν ο ίδιος το είχε ακούσει από κάποιον άλλο, αυτό που ξέρω σίγουρα είναι πως κάθε ανάμνηση που ο καθένας μας φυλάει στο μυαλό και στην καρδιά του, είναι ίσως ο πολυτιμότερος θησαυρός. Και το «Θυμάμαι» του Ylli Demneri είναι ένα σεντούκι γεμάτο θησαυρούς μνήμης του ίδιου του συγγραφέα.

«Θυμάμαι μερικά θλιμμένα απογεύματα. Ούτε μέρος για να πας. Κομμουνιστικά απογεύματα.» (σελ. 47)

Με τη συγγραφή του «Θυμάμαι» ο Demneri, με αξιοζήλευτο χειρισμό της γραφής, έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα ανεπανάληπτο σύμπαν, όπου ο αναγνώστης παρακολουθώντας τα γεγονότα, καθώς αυτά συμβαίνουν εμπρός στα μάτια του, αισθάνεται την ανάγκη να αποτραβηχτεί ελαφρώς και να κοιτάξει λίγο προσεκτικότερα. Έτσι όπως θα έπραττε εάν βρισκόταν εμπρός σε μια φωτογραφία, της οποίας το βαθύτερο νόημα του διέφευγε και ήθελε να την παρατηρήσει εκ του μακρόθεν. Και πράγματι, προχωρώντας την ανάγνωση διαπιστώνει κανείς ότι έχει να κάνει με ένα κολάζ αναμνήσεων. Θραύσματα μνήμης, τα οποία ατάκτως ειρημένα το ένα δίπλα στο άλλο, δημιουργούν μια ευρύτερη εικόνα της ζωής του ανθρώπου που τα έζησε αλλά και της κοινωνίας μέσα στην οποία τα γεγονότα αυτά έλαβαν χώρα.

«Θυμάμαι ότι έχω σκεφτεί αρκετά συχνά μάλιστα, ότι ο πραγματικός θάνατος είναι η λήθη.» (σελ. 91)

Παρόλο που όπως γράφει στον πρόλογό του ο κος Demneri, τα θραύσματα αυτά είναι αυθόρμητα γραμμένα, χωρίς να τηρούν κάποια χρονολογική σειρά, φαίνεται πως διατηρούν μια κάποια ακολουθία. Την ακολουθία της σκέψης και των συναισθημάτων που το καθένα από αυτά δημιουργούσε στον συγγραφέα κατά τη διάρκεια της γραφής του. Εξ’ ου και παρατήρησα πως όταν τα διάβαζα με τη σειρά, κάποια συγκεκριμένα χωρία με φόρτιζαν πολύ συναισθηματικά, ενώ όταν επανερχόμουν σε αυτά μεμονωμένα, ο αντίκτυπος δεν ήταν ο ίδιος.  Θεωρώ πως αυτά που πυροδοτούν τα συναισθήματα είναι οι εικόνες, οι εντάσεις, οι ενέργειες που ξεσπούν στη μνήμη του συγγραφέα, που με τη σειρά του τα περνάει μέσω της γραφής του στους αναγνώστες του. Άλλοτε κάτι ευχάριστο και φωτεινό, άλλοτε κάτι στενόχωρο και σκοτεινό, άλλοτε κάτι ανείπωτο ή ανεκπλήρωτο κι άλλοτε κάτι τρομακτικό και υποχθόνιο. Όλα αυτά περνούν μέσα από το μελάνι στο χαρτί κι από το χαρτί διαχέονται στους πόρους μας κι από εκεί στην καρδιά και το μυαλό μας, τόσο όσο να ταυτιστούμε και να παραληλήσουμε ουκ ολίγες φορές, προσωπικές μας εμπειρίες με εκείνες του ανθρώπου που καταθέτει την ψυχή του στο συγκεκριμένο πόνημα.

«Θυμάμαι μια ανθισμένη κερασιά. Μονάχη. Σ’ ένα μικρό λιβάδι καλυμμένο με ψηλό χορτάρι.» (σελ.55)

Τα κείμενα μερικές φορές, μοιάζουν σχεδόν με ποιήματα χαϊκού. Κρύβουν ένα ρυθμό, μια μουσική ανάμεσα στις αράδες τους. Επίσης, παρόλο που φαίνεται να αναφέρονται στο παρελθόν, η πραγματικότητα είναι ότι έχουν να κάνουν άμεσα με το παρόν. Ο συγγραφέας παίζει με το χρόνο. Θυμάται κάτι που συνέβαινε τότε και που τώρα έχει πάψει να συμβαίνει. Μια διαρκής πάλη, μια διαρκής αντιπαράθεση. Εσωτερική ή μη. Όπως ήταν πάντα το παιχνίδι με το χρόνο για τον άνθρωπο.

«Θυμάμαι τον φόβο. Τον καθημερινό. Είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο» (σελ. 90)

Η αλήθεια είναι πως την ποσότητα και την ποιότητα των συναισθημάτων που έλαβα μοιραζόμενη τις μνήμες του κυρίου Demneri, τα έχω λάβει διαβάζοντας ογκώδη βιβλία, τόσο σε μέγεθος όσο και σε αξία. Με το «Θυμάμαι» όμως ο συγγραφέας κατάφερε να μου προσφέρει το ίδιο ακριβώς πράγμα σε μόλις εκατό και κάτι σελίδες. Με απλότητα κι επιδεξιότητα, άνοιξε το χρονοντούλαπο των αναμνήσεων και μας επέτρεψε να τρυπώσουμε παρέα του εκεί και να μοιραστούμε σκέψεις για τη ζωή, τη φιλία, την αγάπη, την ελπίδα αλλά και την κοινωνία, την πολιτική, τον φόβο και το μίσος.

«Θυμάμαι…»

Ο Ylli Demneri δεν έχει γράψει απλά ένα βιβλίο. Έχει δημιουργήσει ένα εκπληκτικό «φωτογραφικό» λεύκωμα, καρπό προσεκτικής παρατήρησης, λεπτομερούς αναζήτησης και μακράς αναμονής, ξυπνώντας μέσα στον αναγνώστη την ανάγκη να δημιουργήσει το δικό του λεύκωμα αναμνήσεων. Τουλάχιστον αυτό συνέβη σε εμένα.


Αγαπημένα αποσπάσματα:

«Θυμάμαι την πρώτη προσγείωση ανθρώπου στο φεγγάρι. Θυμάμαι ότι δεν μου έκανε και ιδιαίτερη εντύπωση. Ήμουν 8 χρόνων και σε αυτή την ηλικία όλα σου φαίνονται πιθανά. Αργότερα θα συνειδητοποιούσα ότι το πιο απίθανο επίτευγμα ήταν η έξοδος από την κόλαση του Ενβέρ Χότζα.» (σελ. 27)

«Θυμάμαι τον πόνο και τη θλίψη που με κατέλαβε όταν μου είπαν ότι ο Ιλιριάν Ζάρι, ένας συμμαθητής μου, είχε δολοφονηθεί στα σύνορα. Λίγες μόλις μέρες πριν ανοίξου. Θυμάμαι τα μεγάλα, μελαγχολικά μάτια του.» (σελ. 37)

«Θυμάμαι τη Μαρία, τη μοναδική γυναίκα οδηγό ταξί στα Τίρανα. Ανύπαντρη, ζούσε μόνη, σε ένα μικρό αδιέξοδο δρομάκι απέναντι από το Γ’ Αστυνομικό Τμήμα. Λέγονταν πολλά για ‘κείνη. Αν σε έλεγαν Μαρία, ήσουν οδηγός ταξί και ζούσες μόνη σου… κάτι θα έβρισκαν να πουν.»  (σελ. 57)

«Θυμάμαι: «Μας άφησες το Κόμμα καθαρό», φράση που ο Ραμίζ Αλία, διάδοχος του δικτάτορα, επαναλάμβανε αδιάκοπα πάνω στο φέρετρο του Ενβέρ Χότζα, την ημέρα της κηδείας του. Τα εγκλήματα: Σημάδι καθαρότητας;» (σελ. 71)

«Θυμάμαι στιγμές, όταν ήμουν μικρός, που παρατηρούσα τα μυρμήγκια· την αδιάκοπη κίνησή τους· τις προσπάθειες και την αφοσίωση για τη συλλογή τροφής και τη μεταφορά της στη φωλιά, καθώς και την ένταση που δημιουργούνταν όταν έβαζ μπροστά τους κανένα κουκούτσι κερασιού ή κάποιο άλλο εμπόδιο· την ακαριαία κινητοποίησή τους για να βρουν αμέσως λύση. Θυμάμαι τον θαυμασμό, ταυτόχρονα με την αίσθηση ότι ήμουν ένας παντοδύναμος δήμιος.

Καλή ανάγνωση!

Διαβάστε περισσότερα ή αγοράστε το βιβλίο εδώ.

Δείτε τη συνέντευξη του συγγραφέα εδώ.


Σχόλια