Μίνω καλώς σε βρήκαμε στα ΒΙΒΛΙΟγραφικά! Σε ευχαριστούμε για
το χρόνο που μας αφιερώνεις. Ξεκινώντας τη συνέντευξή πες μας, αν έπρεπε να
περιγράψεις την ιδανική σου μέρα, ποιο μέρος της θα αφιερωνόταν στη συγγραφή;
Ξεκινάει με 1-2 ώρες windsurfing σε δυνατό αέρα και ακολουθεί
μια παιχνιδιάρικη βόλτα με τα σκυλιά. Τώρα τελευταία διαβάζω παραμύθια παρέα με
τον γιο μου και θα ήθελα να ανακαλύψουμε κι άλλα διαμάντια. Θα πρέπει βέβαια να
βρεθεί χρόνος και για τα «δικά μου» διαβάσματα. Αφήνω τη συγγραφή για το τέλος
γιατί γράφω μόνο τη νύχτα και με απόλυτη ησυχία.
Πιστεύεις ότι ένας συγγραφέας μπορεί ποτέ να διαχωρίσει τη
δουλειά του από τις προσωπικές του εμπειρίες ή το έργο του είναι πάντα ένας
καθρέφτης του εαυτού του;
Κυκλοφορεί μια γνωστή ατάκα που λέει πως «ό,τι δεν είναι
αυτοβιογραφικό, είναι κλεμμένο». Δυστυχώς ή ευτυχώς, πλησιάζει την
πραγματικότητα. Δεν νομίζω πως μπορούμε να γράψουμε κάτι που δεν καθρεφτίζει
-τουλάχιστον σ’ ένα μεγάλο μέρος- τον εαυτό μας. Άλλωστε, γιατί να κάνουμε κάτι
τέτοιο; Ποιος μπορεί να μιλήσει καλύτερα για την αλήθεια σου, αν όχι εσύ ο
ίδιος; Αυτό δεν σημαίνει ότι η ζωή μας είναι κατ’ ανάγκη το απαραίτητο
μυθιστορηματικό υλικό. Το αντίθετο: οφείλεις να ανοιχτείς στο άγνωστο.
Ο συγγραφικός σου κόσμος δείχνει συχνά τη σκοτεινή πλευρά
της ανθρώπινης φύσης. Ποιο είναι το δικό σου φως, αυτό που σε ισορροπεί;
Η θάλασσα, η οικογένειά μου, οι φίλοι μου. Αν υπάρχει κάποιο
νόημα σ’ αυτόν τον περίεργο πλανήτη θα πρέπει να βρίσκεται στην ελευθερία, στη
δημιουργία και στην αγάπη.
Ποια είναι η μεγαλύτερη θυσία που έχεις κάνει ως συγγραφέας
για να ζωντανέψεις μια ιστορία;
Έχει τύχει να ξεχάσω τους πάντες και τα πάντα. Κι έχω πάει σε μέρη που μάλλον κανένας δεν θα ήθελε να
βρεθεί.
Αν μπορούσες να συνομιλήσεις με έναν από τους χαρακτήρες των
σου, ποιον θα διάλεγες και τι θα τον ρωτούσες;
Έχω μιλήσει σχεδόν με όλους τους χαρακτήρες που τριγυρίζουν
στα βιβλία μου. Η πιο συνηθισμένη μου ερώτηση είναι «γιατί το έκανες αυτό;». Προσπαθώ
να ακούσω τις απαντήσεις αλλά και τη σιωπή ορισμένων.
Για το βιβλίο "Σου γράφω από την κοιλιά του
κτήνους", ο τίτλος είναι ιδιαίτερα δυνατός και ποιητικός. Πώς προέκυψε και
πόσο νωρίς στη συγγραφική διαδικασία τον είχες αποφασίσει;
Κατά κάποιο τρόπο, ο τίτλος δεν είναι απολύτως «δικός μου»
και προέκυψε αφού είχα τελειώσει με το κείμενο. Δεν θα πω περισσότερα γιατί
κρύβει μια μικρή έκπληξη, τόσο για τον αναγνώστη όσο και για μένα.
Το βιβλίο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Ποιες ήταν οι
μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετώπισες κατά την έρευνα και τη συγγραφή του;
Στην αρχή έπρεπε να διαβάσω τις δικογραφίες των υποθέσεων,
αλλά αυτές παρέμεναν απόρρητες. Όταν απόκτησα μια κάποια πρόσβαση, βρέθηκα
ξαφνικά μπροστά σ’ ένα τελείως αχανές τοπίο. Για παράδειγμα, η δικογραφία της απαγωγής
του κοριτσιού περιέχει 30.000 σελίδες. Φυσικά δεν μπορούσα να έχω πλήρη
εποπτεία. Τι έψαχνα; Τι έπρεπε να κρατήσω και τι να αφήσω στην άκρη;
Οι σοβαρότερες δυσκολίες ήρθαν αργότερα και κρύβονταν στην
προσωπική επαφή. Υπήρχαν άνθρωποι που δεν ήθελαν να μιλήσουν και άλλοι που ήταν
κυριολεκτικά διαλυμένοι απ’ όσα είχαν συμβεί. Εγώ ήμουν μουσαφίρης και όφειλα
σεβασμό. Ακόμα και τώρα, σκέφτομαι πώς θα αισθανθούν αν διαβάσουν τα όσα έγραψα
γι’ αυτούς.
Πώς επηρέασε η νομική σου κατάρτιση την προσέγγισή σου σε
αυτή την πραγματική εγκληματική υπόθεση;
Το θέμα είχε πολλές νομικές παραμέτρους: εγκλήματα, δίκες,
εγκλεισμούς σε φυλακές. Σίγουρα θα τα είχα δει κάτω από διαφορετικό πρίσμα όλα
αυτά, αν δεν είχα σπουδάσει νομικά. Από την άλλη, τα έχω βαρεθεί (πολύ) τα
νομικά και σίγουρα δεν μπλέχτηκα σ’ αυτή την ιστορία εξαιτίας τους. Μάλλον
ήρθαν και με (ξανα)βρήκαν από μόνα τους. Ίσως έτσι πήραν την εκδίκησή τους
επειδή κάποτε τα παράτησα απότομα.
Ποια συναισθήματα κυριάρχησαν κατά τη διάρκεια των
συνεντεύξεων με τους εμπλεκόμενους στην υπόθεση;
Συνήθως ήταν πολύ έντονα. Αναμενόμενο όμως. Πώς να
αισθάνεται, για παράδειγμα, ένας άνθρωπος που βρίσκεται κλεισμένος δεκάξι
χρόνια σε μια φυλακή υψίστης ασφαλείας για ένα έγκλημα που δεν έκανε; Και πώς
να τον αντιμετωπίσεις εσύ, όταν ξέρεις ότι είσαι ένας από τους λίγους που τους
δόθηκε άδεια για να συνομιλήσουν μαζί του;
Πώς διαχειρίστηκες την ισορροπία μεταξύ της αφήγησης μιας
αληθινής ιστορίας και της διατήρησης της λογοτεχνικής έντασης;
Νομίζω πως έγινε κάπως αυτόματα. Στην αρχή κρατούσα συνεχώς
σημειώσεις, αλλά μετά από ένα ορισμένο σημείο κατάλαβα ότι ακόμα κι όσα έγραφα
στο προσωπικό μου ημερολόγιο ανήκαν στην ίδια την ιστορία. Εκεί χάθηκε η
απόσταση που θα ήθελα να κρατήσω. Μπήκα κι εγώ μέσα στο βιβλίο γιατί δεν
μπορούσα να κάνω διαφορετικά.
Υπήρξαν στιγμές που αμφισβήτησες την αντικειμενικότητά σου ή
ένιωσες την ανάγκη να πάρεις θέση απέναντι στα γεγονότα;
Δεν υπάρχει καμία αντικειμενικότητα, πουθενά. Είναι κάτι που
κάποτε θα πρέπει να το αναγνωρίσουμε και να το αποδεχθούμε. Ακόμα και τα
συστατικά μιας οδοντόκρεμας αν αναφέρεις, παίρνεις ταυτόχρονα μια προσωπική
θέση: ποια θα βάλεις πρώτα και ποια τελευταία; Θα γράψεις δίπλα και την
ποσότητα του καθενός ή μόνο το όνομά του; Η αντικειμενικότητα είναι ένας
(μάλλον φθηνός) μύθος. Όποιος την επικαλείται προσπαθεί ουσιαστικά να πει:
εμένα να ακούς γιατί εγώ ξέρω καλύτερα.
Πήρα θέση και μάλιστα ξεκάθαρη - χωρίς αυτό να σημαίνει ότι
είναι και σωστή. Διατηρώ πάντα το δικαίωμα του λάθους. Άλλωστε τα λάθη κρύβουν
το μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Μίνω επηρέασε η ενασχόλησή σου με αυτή την υπόθεση την
προσωπική σου ζωή και την ψυχολογία σου; Μετά από αυτή την εμπειρία, θα
εξέταζες το ενδεχόμενο να γράψεις ξανά για κάποιο true crime;
Μια μικρή ιστορία εδώ:
Ο αδελφός της Ούρσουλα Χέρμαν (το εξαφανισμένο κορίτσι στο
βιβλίο) κάποια στιγμή παρουσίασε εμβοές. Άρχισε να ακούει διάφορους θορύβους
ασταμάτητα. Οι γιατροί το απέδωσαν σε ψυχοπαθολογικά αίτια εξαιτίας της δίκης για
την υπόθεση της αδελφής του. Τα αναφέρω όλα αυτά στο βιβλίο και είναι απολύτως
αλήθεια.
Ε λοιπόν, εδώ και μερικούς μήνες ταλαιπωρούμαι από εμβοές
στο δεξί μου αυτί.
Αν σταματήσουν… ίσως ξανασκεφτώ το true crime.
Ποιο ήταν το πιο αναπάντεχο στοιχείο ή αποκάλυψη που
προέκυψε κατά την έρευνά σου;
Το πιο αναπάντεχο αλλά και συγκινητικό ήταν το γράμμα που
έλαβα από τον καταδικασμένο σε ισόβια. Τον είχαν κλείσει στην απομόνωση και
αποφάσισε να γράψει κάτι και να το στείλει σε μένα. Μέχρι τότε είχαμε
συναντηθεί μόνο μία φορά. Δεν νομίζω ότι
θα ξεχάσω ποτέ αυτό το γράμμα.
"Αν υπάρχει κάποιο νόημα σ’ αυτόν τον περίεργο πλανήτη θα πρέπει να βρίσκεται στην ελευθερία, στη δημιουργία και στην αγάπη."
Υπάρχει κάποιο μήνυμα ή προβληματισμός που θα ήθελες να
αφήσεις στους αναγνώστες μέσα από το βιβλίο;
Τα σαφή μηνύματα δεν τα πολυσυμπαθώ – τουλάχιστον όχι στα
βιβλία. Προτιμώ τη λογοτεχνία που θέτει ερωτήματα. Θα διαλέξω λοιπόν ένα δικό
μου: Ποια είναι η θέση και η σημασία της αμφιβολίας στον σημερινό κόσμο;
Αν ρίξω μια κλεφτή ματιά στο κομοδίνο σου, ποια βιβλία θα
δω;
«Θάνατος επί πιστώσει» του Σελίν και «Για δάκρυα και για
αγίους» του Σιοράν. Ελαφρά αναγνώσματα, κατάλληλα για γιορτινές μέρες.
Και η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου δολαρίων. Αν σε ρωτήσει
κάποιος τι δουλειά κάνεις ποιο θα είναι το πρώτο πράγμα που θα σκεφτείς και
ποιο αυτό που θα απαντήσεις;
Συγγραφέας, λέω κι ας με θεωρούν οι περισσότεροι μισότρελο.
Εξάλλου μπορεί και να είμαστε – όσοι δηλώνουμε συγγραφείς στην Ελλάδα. Στο
τέλος κοτσάρω κι ένα «σέρφερ», κάπως σαν τα διπλά ονόματα: Συγγραφέας-σέρφερ.
Μίνω σε ευχαριστούμε πολύ και πάλι. Ευχόμαστε Καλή Χρονιά με
υγεία, γεμάτη αγάπη, χαμόγελα και πολλές δημιουργικές στιγμές.
Εγώ σας ευχαριστώ πολύ! Για το τέλος, θα ήθελα να παραθέσω
ένα απόσπασμα από κάποιο άλλο βιβλίο μου: «Κατά
βάθος, όλοι οι φανατικοί αναγνώστες έχουμε το ίδιο μικρόβιο. Προτιμάμε να
περιφερόμαστε έξω από τα τείχη της πραγματικότητας, και τα βιβλία είναι η ασφαλέστερη πόρτα που έχει επινοηθεί.»
("Σχέδια του χάους", εκδ. Ίκαρος)
- Μπορείτε να βρείτε τα βιβλία του Μίνου εδώ και εδώ.
- Η άποψή μου για το "Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους" εδώ.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Άφησε εδώ το σχόλιό σου...